Page 48 - Ταξιδι στα Γιαννενα
P. 48
Ταξίδι στα Γιάννενα
ΑΓΓΕΛΟΣ Ι ΕΩΤΑΣ
Το ςϊμα μου αναςτενάηει
και εςφ βροχι δυνατι ςαν καταιγίδα .
Ωμι ςυνείδθςθ που πζκανε ςτθν αδιαφορία του κρινου.
Τζρατα γινόμαςτε με το κάνατο.
Τον φυλακίηουμε ς’ ενόσ κακρζφτθ τθν εικόνα.
Μοιραηόμαςτε τα ςχζδια για το αφριο
κι όμωσ ξεχνάμε ςιμερα να ηιςουμε.
Οι λζξεισ πεκαίνουν και γίνεται άπιςτθ θ ψυχι.
Θ δυςπιςτία γίνεται φευγαλζα ςυγκίνθςθ,
ζνα ριμα που ξαναγεννιζται από τον πόνο.
Δεν υπάρχει τίποτα τελευταίο.
Στθν αυγι του Φοίνικα όλοι πεκαίνουν.
Τίποτα δεν μπορεί να γεννθκεί από νεκρά κορμιά χαμζνα.
Λακραίοι ζρωτεσ να δθμιουργιςουν ηωι παλεφουν.
Εγϊ πεκαίνω κι εςφ αναςαίνεισ μζςα ςτο ςτόμα μου
να μου χαρίςεισ τθν θδονι.
Κάνατοσ γίνομαι που βυκίηεται ςτο χρόνο.
Στου ςτόματοσ ςου τθν άκρθ.
Πνειρο κα γίνομαι
κα κραυγάηω ςτθν πτϊςθ μου
πωσ μόνο εςζνα κζλω.
Άγγελοσ ι ζρωτασ κα είςαι δικιά μου!
48