Page 63 - Aiswpou mithoi
P. 63
Ένα πρωί βγήκε να βοσκήσει κι - Μπεεε! έκανε. Είµαι προβατίνα κι
άκουσε κουδούνια ν' αντηχούν. όχι λύκος!
Ερχόταν πάλι κάποιο κοπάδι. Οι βοσκοί που άκουσαν τη φωνή της,
«Τώρα θα γελάσω µε την ψυχή σταµάτησαν πια να τη χτυπούν. Έτσι
µου!» σκέφτηκε. γλύτωσε, µα το πάθηµα της έγινε
Κρύφτηκε πίσω από µια πέτρα, το µάθηµα και από τη στιγµή εκείνη
κοπάδι πλησίασε και ξαφνικά έτρωγε ήσυχα - ήσυχα το χορτάρι της
πετάχτηκε. Τα πρόβατα που και άφησε κατά µέρος τ' αστεία...
είδαν... το λύκο, το 'βαλαν στα
πόδια κι έγιναν άφαντα...
«Πάλι τα κατάφερα!» είπε µε το νου
Οι δυο βοσκοί, που νόµισαν
της και άρχισε να τρώει το παχύ
πως ήταν λύκος, άρχισαν να
χορτάρι µε την ησυχία της. χτυπούν την προβατίνα που
∆υο βοσκοί, όµως, που την είδαν της άρεσαν τ' αστεία...
και πίστεψαν κι αυτοί πως είναι
λύκος, έτρεξαν κοντά της και
άρχισαν να τη χτυπούν δυνατά µε
τα ραβδιά τους.
- Να, παλιολύκε! φώναζαν. Αυτό
σου χρειάζεται!
Έφαγε τόσο ξύλο η προβατίνα και
όταν κατάλαβε πως θα τη
σκότωναν αποφάσισε να βελάξει.