Page 20 - AGIOS LAZAROS
P. 20
εἰσῆλθε στά Ἰεροσόλυμα, πλήθη λαοῦ τόν ὑποδέχθηκαν, κρατώ-
ντας κλάδους φοινίκων καί φωνάζοντας μέ ἐνθουσιασμό «Ὡσαννά,
εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος, ἐν ὀνόματι Κυρίου». Δέν πίστεψαν ὅμως
ὅλοι. Διότι ἀνάμεσά τους ὑπῆρχαν καί ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι ἐχθρεύο-
νταν τόν Κύριο καί ζητοῦσαν ἀφορμή νά τόν συκοφαν τήσουν καί
τελικά νά τόν καταδικάσουν, ὅπως ἀναφέρεται καί στό τέλος τῆς
εὐαγγελικῆς περικοπῆς: «Μερικοί ἀπό αὐτούς ἔφυγαν καί πῆγαν
στούς Φαρισαίους καί τούς εἶπαν αὐτά πού ἔκανε ὁ Ἰησοῦς», μέ
ἀποτέλεσμα ἐκεῖνοι νά συγκαλέσουν Συμβούλιο γιά νά μεθοδεύ-
σουν τήν ἐξόντωσή του.
Αὐτοί πού πίστεψαν ἀσφαλῶς εἶχαν δεῖ καί ἄλλα θαύμα-
τα τοῦ Ἰησοῦ. Φαίνεται ὅμως ὅτι ὅσο περισσότερο τόν βλέ-
πουμε καί ἀκοῦμε τόν λόγο του, ὅσο συχνότερα λαμβάνουμε
πείρα τῶν θαυμάτων του, τόσο περισσότερες εὐκαιρίες μᾶς
Ἀπό τήν τελετή Καθαγιασμοῦ (Θυρανοιξίων) τῆς ἐκκλησίας δίνονται γιά νά τόν προσεγγίσουμε, νά αἰσθανθοῦμε τήν πα-
τοῦ Ἁγίου Λαζάρου, χοροστατοῦντος τοῦ πανιεροτάτου Κιτίου ρουσία του, νά τόν πιστέψουμε βαθύτερα καί νά στηρίξουμε
κ. Χρυσοστόμου Α΄.
τήν ἐλπίδα καί τή ζωή μας στή δική του παντοδύναμη μέρι-
μνα καί ἀγάπη.
ἀφηγούμενος τήν ἐμπειρία του ἔγραφε: “Δέν ξέρω ἄν ἤμουν μέ
τό σῶμα μου ἤ χωρίς τό σῶμα. Αὐτό ὁ Θεός τό ξέρει”. Ὡς πρός
δέ τά ὅσα εἶδε ἤ ἄκουσε ὁ ἅγιος Λάζαρος κατά τίς τέσσερις Φυγή τοῦ ἁγίου Λαζάρου
ἡμέρες πέραν τοῦ τάφου, ἰσχύει πάλι ὅ,τι γιά τόν ἑαυτό του καί τῶν ἀδελφῶν του στήν Κύπρο
εἶπε ὁ Παῦλος: “ Ἄκουσε λόγια πού δέν μπορεῖ οὔτε ἐπιτρέ-
πεται νά πεῖ ἄνθρωπος” (Β΄ Κορ. 12, 4). Διότι στόν παρόντα
αἰσθητό κόσμο δέν μποροῦμε νά σχηματίσουμε ἐπαρκῆ εἰκόνα Ε ξι ἡμέρες πρίν ἀπό τό Πάσχα τῶν Ἰουδαίων, ἡ Μάρθα καί
αὐτῶν πού ξεπερνοῦν τίς αἰσθήσεις μας, πολύ δέ περισσότερο ἡ Μαρία ἑτοίμασαν δεῖπνο γιά χάρη τοῦ Χριστοῦ, «ἐνῶ καί
δέν μποροῦμε νά τήν περιγράψουμε στούς ἄλλους» (Τρεμπέλας). ὁ [ἀναστημένος] ἅγιος Λάζαρος ἦταν ἕνας ἀπ’ αὐτούς πού
Ἀξιοπρόσεκτο εἶναι καί τό ἀναφερόμενο στό σύντομο Συναξά- παρακάθονταν μαζί μέ τόν Ἰησοῦ στό δεῖπνο» (Ἰω, 12, 2). Πολλοί
ριο τῆς Ἡμέρας: «Οὐδέν περί τῶν ἐν ᾍδου ὁ Λάζαρος εἶπεν, Ἰουδαῖοι τῆς πόλης, ὅταν πληροφορήθηκαν τό γεγονός, «ἦρθαν
ἤ ὅτι οὐ συνεχωρήθη τελείως ἰδεῖν τά ἐκεῖσε, ἤ ἰδών, σιγῆσαι [στή Βηθανία] γιά νά δοῦν ὄχι μόνο τόν Χριστό ἀλλά καί τόν
ταῦτα διεκελεύθη» (δέν εἶπε τίποτε γιά τά ἐν τῷ Ἅδῃ, ἤ ἐπει- ἅγιο Λάζαρο, πού τόν εἶχε ἀναστήσει ἀπό τούς νεκρούς» (Ἰω.
δή δέν τοῦ ἐπετράπη καθόλου νά ἰδεῖ τά ἐκεῖ, ἤ ἐνῶ τά εἶδε, 12, 9). Διό τι ὁ ἀναστημένος ἅγιος Λάζαρος ἦταν μία ἐξαιρετικά
διατάχθηκε νά μή μιλήσει γι’ αὐτά). ἐντυπωσιακή ἀπόδειξη καί διαρκής μαρτυρία τῆς δύναμης καί
Βλέποντας τό μέγα θαῦμα, πολλοί ἀπό τούς παρόντες πίστε- θεότητας τοῦ Ἰησοῦ. «Ἐπειδή πολλοί αὐτόν ὁρῶντες, Χριστῷ
ψαν στόν Χριστό, γιατί ἦταν καλοπροαίρετοι καί προφανῶς φίλοι προσετίθεν το», ἀναφέρει ὁ Συνα ξαριστής. Αὐτό κίνησε τό μίσος
καί γνωστοί τῆς οἰκογένειας τοῦ ἁγίου Λαζάρου, ἀφοῦ εἶχαν ἔρθει τῶν ἀρχιερέων, μέ ἀπο τέλεσμα νά λάβουν τήν ἀπόφαση «νά
γιά νά παρηγορήσουν τίς θλιμμένες ἀδελφές του. Ἔτσι ἐξηγεῖται σκοτώσουν τόν ἅγιο Λάζαρο, διότι ἐξαιτίας του πολλοί Ἰου-
γιατί, ὅταν μετά τή Βηθανία ὁ Ἰησοῦς Χριστός πορεύτηκε καί δαῖοι τούς ἐγκατέλειπαν καί πίστευαν στόν Ἰησοῦ» (Ἰω. 12, 10).
20 21