Page 41 - περιοδικό κύμα τεύχος 3
P. 41
41
τον κάνει, μάγμα να γεννεί. Να πλησιάσεις να ζεσταθείς , πιότερο να πλησιάσεις να καείς.
Και τότε φως σκιάς θα γίνεις σε τεθνηκόντα σκοτάδια. Όσο καιγόμενος μένεις τόσο σε λυκόφως
κόκκινο αυγής ζείς.
Στοιχειά είναι οι λέξεις , δεν είναι χωματένια εκτίναξη στην κατεβασιά της βροχής, μα ομφάλια
τρύπα για την ρίζα και το μάννα. Δεν είναι άνεμος μα γδάρσιμο κόμης Απριλίου.
Οι λέξεις δεν είναι ποτέ όμοιες , παράλληλες είναι . ‘’Θα σε λυγίσω ‘’ του θυμού, ‘’λυγίζω’’ του
έρωτα, όταν όμως ο έρωτας θυμός γίνεται τότε οι λέξεις διασταυρωμένα πυρά γίνονται.
Λινό και βαμβακερό τα υφασματά τους . Λινό για το τσαλάκωμα , βαμβακερό για την δροσιά.
Έχει και κάτι άλλο τα βαμβακερό, είναι της επιδερμίδας η φορεσιά ενώ το λινό αυτό της διακριτι-
κής απόστασης. Μια απόσταση που μόνο ο ιδρώτας την σιμώνει. Γιατί οι λέξεις θέλγονται από
τον κόπο και τον κάματο.
Με το μεταξωτό πάλι όσο και να κολακεύονται όσο και να το αποζητούν σαν επιβράβευση το φο-
βούνται. Είναι πολύτιμο ύφασμα και οι λέξεις δεν είναι αλχημιστές για να μπορούν να μετατρέ-
πουν το ακριβό της στιγμής σε συνεχές και αιώνιο. Είναι και αυτή η ανθεκτικότητα του , γδέρνεσαι
ματώνεις και εκείνο αλώβητο. Πως το αλώβητο να δέσει πληγές?
Στο μάλλινο της θαλπωρής ξέρουν πως τα όνειρα βαραίνουν , βαραίνουν και βαθαίνουν. Ξέρεις
το μυστικό του πηγαδιού , το βάθος, τον αέρα ,τον αφρό , επιφάνεια να κάνεις? Την λήθη μην την
κάνεις λωτό μα γιασεμί που η μυρωδιά του στον θάμνο του πάντα θα σε γυρνά. Για να μην γίνουν
αζήτητες και ξεχασμένες οι λέξεις, μάλλινο ρούχο δεν φορούν.
Χαίρονται το λευκό χρώμα, είναι το λούνα παρκ τους το κρυφτό τους, είναι η ώρα που τις κα-
λοπιάνεις με γλυκό του κουταλιού. Αναμετριούνται με την αντοχή σου και την επιμονή σου,είναι η
πρόσκληση τους για την κατάκτηση τους και είναι ατομική αυτή η πρόσκληση. Ο όρος τους για να
σε κατακλύσουν.
Το μπλε πάλι το τρέμουν , ξέρουν πως είσαι άμμετρος . Το πολύ μελάνι τις θολώνει και τις πνί-
γει τις μουτζουρώνει, το λίγο καχεκτικές λειψές τις αφήνει. Η ανάσα τους σε αυτό το χρώμα είναι
η γομολάστιχα.
Στο μαύρο λένε ναι, εκεί στρογγυλεύουν και κυλούν, είναι που έχει μύτη από κάρβουνο και στα
εγκατά σου σε κατεβάζει , εκεί που γυμνός είσαι και συλλαβίζεις την συντροφιά τους.
Λέξεις, λέξεις, λέξεις ,εκει με βρήκα και σε ζητώ. Εσύ τώρα.