Page 40 - περιοδικό κύμα τεύχος 3
P. 40
40
Λέξεις σαν απόχη, λέξεις σαν πανοπλία ζητούν στόμα να κατοικήσουν. Και μέρες ζητούν και
νύχτες και μεσημέρια και απομεσήμερα. Απογεύματα όχι . Σκιάζονται. Είναι που αλλάζει χρώμα
ο ουρανός και τρέμουν πως θα τις προφέρεις.
Αχ! Αυτό το κάλεσμα τους από ανθρώπινα χείλη. Νοιώθουν τόσο ανυπεράσπιστες ,τόσο μη
αντιστεκόμενες σε αυτό, είναι που έχουν αυτόν τον σκοπό, για αυτό υπάρχουν. Να υπηρετούν
το κάλεσμα και μια μοίρα, να μην επιλέγουν ποτέ τον καλούμενο, είναι διαθέσιμες και προσφε-
ρόμενες. Πως άραγε να νοιώθουν στην εντολή ‘’ ανήκετε σε όλους’’ και κανείς από τους όλους
να μην μόχθησε για να τις φτιάξει?
Ίσως τελικά οι λέξεις να είναι αυτό, η αρχή του υποτάσσομαι , του υπηρετώ , του παραδίδομαι
αγόγγυστα.
Είναι όμως έτσι? Ισχύει αυτή η αρχή, όταν απέναντι της υπάρχει αυτή η άτσαλη ευκολία των
ανθρώπων στην απρόσεχτη οικειοποίηση η στον προσεκτικό βιασμό της ιδιοκτησίας τους?
Έχουν οι λέξεις ιδιοκτήτες? Η δανειζόμενους? Ίσως αυτό το αμφίσημο να είναι και το παιχνίδι
της ψευδαίσθησης μας, να νομίζουμε ότι κατέχουμε , ενώ μας κατέχουν εκείνες. Πως αλλιώς να
εξηγηθεί η παραβίαση τους σε λάκο να μας βρίσκει και ο σεβασμός μας σε ανθισμένους α-
γρούς να μας ευωδιάζει.
Οι λέξεις σκάβουν την ψυχή μας σαν ανταμοιβή η σαν πληρωμή.
Οι λέξεις δεν είναι μόνο γραφόμενες και τυπωμένες , είναι και εκφερόμενες, εκφερόμενες και
βαλλόμενες. Περιφέρονται σε έναν κυκλικό χορό σπηλαίων και εκστομίζονται σαν οπλές
άλογων ενστίκτων και βάλλουν , βάλλουν αυτιά και καρδιά, προσβάλλουν μάτια. Άλλοτε πάλι
πέταγμα ψυχανθών γίνονται , ξύπνημα κοιμισμένου κήπου και τότε ο κόσμος σιγεί, σιγεί και α-
νατριχιάζει στην ηλιογέννητη κοψιά τους.
Λέξεις ζωής, άλλες σαν γάζα άλλες σαν κάλυκας.
Δώσε τσιγάρο στην λέξη να το να κάψει, να κάψει σωθικά και πνεμόνια . Δώσε αέρα στάχτη να