Page 103 - παράξενες ιστορίες με γάτες
P. 103
Χώνομαι στο πάρκο. Βλέπω δίπλα στα κάγκελα δυο
νεαρά παιδιά. Ένα κορίτσι κι ένα αγόρι που συνα-
ντιούνται στα κλεφτά κρατώντας βιβλία. Το κορίτσι
ανεμίζει αδιάφορα μια κοτσίδα, φυλακισμένο στα
μπράτσα του νεαρού που κρατάει το κάγκελο με δύ-
ναμη και νιότη. Δεν ανταλλάσσουν κουβέντα. Μόνο
την κοιτάζει με πάθος λες κι είναι όλος του ο κόσμος.
Άραγε θα της κλέψει ένα φιλί; Πηδάω με φόρα σ’ ένα
σπασμένο κλαδί και τους τρομάζω. Τη βλέπω να χώ-
νεται στην αγκαλιά του καθώς τρέχω μακριά. Τα δά-
χτυλά του χώνονται στην κοτσίδα. Σε λίγο θα με
έχουν ξεχάσει.
Στον σταθμό του Jannowitz brucke οι άστεγοι έχουν
ανάψει φωτιά σε ένα βαρέλι κάτω από το υπόστεγο
και τραγουδούν. Τα μπουκάλια από τις μπύρες τους
σχηματίζουν οριζόντια πυραμίδα ανάμεσα στους πε-
ραστικούς ενώ οι μυρωδιές, από τα γύρω εστιατόρια
και τα bar, ταξιδεύουν στον αέρα της φθινοπωρινής
νύχτας. Στέκομαι, αναποφάσιστη, πίσω από τα δεμένα
ποδήλατα και σχεδιάζω νέα διαδρομή. Αν σταθώ τυ-
χερή, όλο και κάτι θα βρω κάτω από τους πάγκους με
τα λουκάνικα στην πλευρά με τις καντίνες. Παρέες
των τριών περπατούν με τους σκούφους τους και τα
χέρια στις τσέπες. Δυο τύποι, που κρατούν από μια
μπύρα, γελούν προκλητικά αραδιάζοντας δισύλλαβες
λέξεις. Μια κοπέλα περπατάει γρήγορα, με σκυμμένο
το κεφάλι, κι ένα ζευγάρι ηλικιωμένων γελάει συνω-
μοτικά μ’ ένα προφανές αστείο.
Τα αυτοκίνητα έχουν αραιώσει πια. Είναι περασμένες
τρεις όταν περνάω από το πλυντήριο του Mike στη
στοά. Τέτοια ώρα φοιτητές και μοναχικοί φέρνουν τα
ρούχα τους για μια γρήγορη μπουγάδα. Όσο περιμέ-
νουν παίζουν με τα κινητά, χύνονται στις λευκές πλα-
στικές καρέκλες, με ακουστικά, ή παίρνουν έναν σύ-
ντομο ύπνο. Δεν είναι για πολλά πολλά. Ίσα ίσα ένα
102