Page 40 - παράξενες ιστορίες με γάτες
P. 40
ζήσεις σε νησί, σε άγονο νησί... σε ξερονήσι... σε μια
βάρκα... σε μια σχεδία επάνω... μόνο φύγε μακριά,
στη θάλασσα βούτα... σαν ψάρι να ζεις... να κολυ-
μπάς... κανείς να μη σε γνωρίζει, να μη σου μιλά, να
μη σ' αγγίζει... κανείς... Φύγε να σωθείς... Δεν είσαι
εφτάψυχος εσύ... κανένας δεν είναι… κι αν κάποτε
γυρίσεις πίσω, κι αν με θυμηθείς, για μένα να μην ψά-
ξεις... κανένα μη ρωτήσεις, ακούς; κανέναν, σου λέ-
ω... ποτέ!...».
Ο γάτος πηδάει από την καρέκλα και χαϊδεύεται στα
πόδια του νεαρού. Τον παίρνει στην αγκαλιά του. Α-
φουγκράζεται για λίγο το χρχρχρ του. Νιώθει τη ζε-
στασιά του. Μετά, σα να μιλάει στο γάτο.
- «Γιατί ρε... γιατί με κοιτάς με παράπονο ε;... γιατί;
Άντε ρε, μια τελευταία χάρη... Πιες φίλε και για μένα
με την παρέα απόψε, πιες στην υγειά μου τη χαμένη...
Πιες εσύ, γιατί εγώ έπιασα πάτο... πνίγομαι με το σά-
λιο μου και ξερνάω σα γριά... Πιες και μέθα άμα θες.
Και σαν άντρας που είσαι, κλάψε κι εσύ μια φορά...
κλάψε...».
Ο Καρβούνης την σκούντηξε ελαφρά με το κεφάλι
του. Η κυρα Κάτε βγήκε από τον κόσμο της, θυμήθη-
κε τα σμπάρα και άρχισε πάλι να δοξολογάει.
- «Δεν τσακίζετε το ποδάρι σας, άπιστοι των απίστωνε
λέω ’γω, σε καμιά συρμάτινη θηλιά, από κείνες που
βάζουν τα κουλά σας για ό,τι περπατάει και λαλεί στο
λόγγο μέσα, ε; Να μην υπάρχει νόμος… νόμος να μην
υπάρχει σ’ αυτό τον τόπο τον κουτσουρεμένο… μ
’αυτό το ίδιο το σύρμα να σας κόψουν ένα ένα τα δά-
χτυλα… αργά ωρέ, ένα ένα… και να σας τα δώκουνε
να τα φάτε! Αγιομαστιγωτές, θεομπαίχτες που φτύνε-
τε ωρέ τη μεταλαβή κι ακόμα αστροπελέκι δε σας καί-
39