Page 66 - παράξενες ιστορίες με γάτες
P. 66
και μετά ολοταχώς κάτω στο κτήμα. Εκτός αν βρι-
σκόταν κάποια γάτα στο δρόμο τους. Τότε άλλαζαν
όλα. Η σκύλα μου, έμαθε στον γιο της, τον Νικολάκη,
να μισεί τις γάτες. Τις κυνηγούσαν μαζί.
Εγώ δεν είχα ποτέ γάτα. Οι γειτόνισσες είχαν. Για να
τρώνε τα ποντίκια και τα φίδια τους. Χωρίς να τις εμ-
βολιάζουν, γεννοβολούσαν συνέχεια. Κάποιες απερί-
σκεπτες γάτες, κίτρινες και πορτοκαλί η μαυρόα-
σπρες, το ρίσκο τους, να προκαλέσουν τα σκυλιά και
να τα κοροϊδέψουν, το πλήρωσαν με τη ζωή τους. Στο
ξέφρενο κυνηγητό, μερικές φορές, η γάτα κατάφερνε
να την κοπανήσει, κατάφερνε να προλάβει ν’ ανέβει
στο δέντρο ή να πηδήσει, κατατρομαγμένη και ντρο-
πιασμένη, τον φράχτη.
Η πορτοκαλί γάτα, μ’ ένα σάλτο, ανεβαίνει στο δέ-
ντρο. Μόνο το πίσω δεξί πόδι πρέπει να τραβήξει,
μερικά εκατοστά επάνω, και θα είναι ασφαλής. Δεν
προλαβαίνει. Ο Νικολάκης, πιο δυνατός από τη μάνα
του, την αρπάζει από το πόδι. Την ρίχνει κάτω και την
αφήνει τρόπαιο στη μάνα του. Η Φρύνη την πιάνει,
με τα δόντια της, από το λαιμό. Την τινάζει. Ουρλιά-
ζω. Το ουρλιαχτό μου κάνει αντίλαλο στη ρεματιά,
έρχεται στ’ αυτιά μου και το ακούω καθώς λιποθυμά-
ω. Θα λιποθυμούσα πάλι αν η σκύλα μου δεν με συ-
γκρατούσε με την παράξενη συμπεριφορά της, αν η
οργή μου ήταν λιγότερη από τον πόνο και τη φρίκη.
Βλέπω το κακό στον χωματόδρομο που βγήκαμε για
βόλτα. Την γάτα να γλείφει ό,τι απέμεινε από τα μω-
ρά της, τσακισμένα και κομματιασμένα, σκορπισμένα
πάνω στο χώμα. Στο σιγανό της νιαούρισμα, ο θρήνος
και η απόγνωση, κόβουν με μαχαίρι τη στιγμή. Γρά-
65