Page 71 - παράξενες ιστορίες με γάτες
P. 71
δελφής μου, αποδείχτηκε βλακωδώς αξέχαστη, γιατί η
Ζουζού, η κοντοπίθαρη γάτα του Σιάμ, με το ζεστό
μουνί, με ουρλιαχτά ηχηρά και σαματατζίδικα χωρίς
σταματημό, ζητούσε άντρα. Δεν της έφτανε ο πριβέ,
που είχε στο σπίτι, ήθελε κι άλλον. Φυσικά δεν ξανα-
πήγα άλλο βράδυ να μείνω στην αδελφή μου.
«Δεκαεφτά και δεκαεφτά, τριάντα τέσσερα χρόνια τα
πέρασα με γάτες, με άντρα ούτε δύο», μου λέει και το
ξανασκέφτομαι, μήπως έχει απόλυτα δίκαιο και μή-
πως πρέπει τελικά να αρχίσω ν’ αγαπάω τις γάτες. Τις
μαλλιαρές, μικρές, πονηρές, παμπόνηρες, χωρίς τρό-
πους, γρουσούζες, που έχουν κάνει τη ζωή μου κόλα-
ση. Που δεν με άφησαν να ξαναγίνω ευτυχισμένη,
όταν με τα δυο κουταβάκια μου, που μου χάρισαν μω-
ράκια τριάντα ημερών, την Τζασμίν μου και τον Ντε-
νέμπ, το αστεράκι του Κύκνου, αυτό που κάνει τόσο
όμορφο το θερινό τρίγωνο στον ουρανό, τον Ντενέμπ
μου, που τον λάτρεψα και έπρεπε να βγούνε στον κή-
πο, αλλά δεν μπορούσαν να είναι στον κήπο, γιατί
στον κήπο ήταν οι γάτες και τα σκατά τους. Ούτε στο
σπίτι μπορούσαν να εκτονώσουν την εξωφρενική, για
κουταβάκια, ζωηράδα τους. Αν τα είχα συνδεδεμένα
με μια γεννήτρια θα είχα τζάμπα ρεύμα. Μ’ αυτά τα
δυο, που μπορούσαν να με κάνουν να σπαρταράω στα
γέλια με τα καμώματά τους, να μου δείχνουν τόση
αγάπη. Γιατί στο σπίτι ο γιατρός των καταραμένων
όγκων, του έβαζε κάθε δεκαπέντε μέρες ένα μακρύ
σωληνάκι που κατέληγε σε ένα μπουκαλάκι. Και αυ-
τός, αφηρημένος, κινδύνευε από τα μωρά, που περ-
νούσαν το μπουκαλάκι για παιχνίδι και ήθελαν να το
πιάσουν με τα δόντια τους.
- «Θα πεθάνω, είπα στην αδελφή μου, δεν μπορώ ν’
αναπνεύσω. Έδωσα τον Ντενέμπ μου. Τον θέλω πί-
σω». Ο μεγαλύτερος έρωτας της ζωής μου είναι ο
Ντενέμπ. Και η Τζασμίν είναι λυπημένη κάθε μέρα.
70