Page 72 - περιοδικό κύμα τεύχος 3
P. 72

πολύτιμη δροσιά του. Αυτή η δροσιά και επιρροή του δημοτικού τραγουδιού, διαπερνά το σύνολο
         σχεδόν της ποίησής του και σε μερικά ποιήματα είναι καταφανέστατη

         Τρελός- τυφλός πραματευτής

         τα όνειρα πουλούσε.

         Νεράιδες τον ρωτήσανε
         νεράιδες τον ρωτάνε.

         Πέσ’ μας καλέ πραματευτή

         που βρήκες τους μαστόρους
         που φιάξαν το χρυσό αϊτό

         πάνω στα δαχτυλίδια;

         Σε σταυροδρόμι κάθισα

         μια μέρα και μια νύχτα.
         Και από τον κάμπο έρχονταν

         και στα βουνά πηγαίναν.

         Είχαν τις Λάμιες για σφυριά
         τον ήλιο για αμόνι.

         Αντλεί από το δημοτικό τραγούδι. Το εμπιστεύεται γιατί  αυτό εμπιστεύονταν οι  «κλέφτες» που
         ζούσαν λεύτεροι πάνω στα βουνά, όταν οι καμπίσιοι στέναζαν κάτω από την Οθωμανική αυτο-
         κρατορία. Αυτό εμπιστεύθηκε αργότερα ο λαός, αυτό εμπιστεύονται ακόμη και σήμερα οι αυθεντι-
         κοί. Όπως ο Σολωμός αναδημιούργησε τη νέα Ελληνική ποίηση από το δημοτικό τραγούδι, έτσι
         κι ο Γιάννης Ρηγόπουλος, σκύβει με ιερό σεβασμό σε αυτό το θησαυρό, παίρνει την αλήθεια του
         και την μετατρέπει με σύγχρονα μέσα και τρόπο σε μια άλλη αλήθεια
         ΠΡΟΓΟΝΟΙ

         Μην ψάχνεις τις λέξεις μου

         Παππούς μου δεν ήταν ο Όμηρος.
         Παππούς μου ήταν ο Κέλελας

         Με τον πανάρχαιο γκρα στην πλάτη

         Και ο άλλος που σε μια νύχτα

         Έχασε όλο το έχει του
         Στα χαρτιά.

         Μούδιναν τ΄ απογεύματα καραμέλες

         Τυλιγμένες σε χρυσόχαρτα
         Και μου μιλούσαν για την παλικαριά

         Και το ρίσκο να τα παίζεις όλα σε μια ζαριά.

         Και στις γυναίκες να ζητώ χρώματα και αρώματα.
         Τα πουλιά του δάσους μούμαθαν τους ήχους


                                                                                                         72
   67   68   69   70   71   72   73   74   75   76   77