Page 69 - Index_Neat
P. 69
φέρνει ο διάολος και μετά από μισή ώρα κάνοντας γύρους αφηνιασμένες πέφτουμε απάνω τους. Η
Λένα ορμάει, αν και κοντή, και αρπάζει την κλέφτρα. “POLICE καριόλα!” της φωνάζει. Ο τρόμος
στα μούτρα της αλληνής και το πορτοφόλι πέφτει στο δρόμο. Η κλέφτρα φωνάζει δείχνοντάς το
κάτι που μάλλον θα πει “αυτό είναι; σου έπεσε, τι μου φωνάζεις;” Ακούει σε χορωδία τις ευχές μας
να πάει να γαμηθεί μαζί κι η φιλενάδα-συνεργός της σε όσες γλώσσες ξέραμε και πάμε για μια
μπύρα. Πιάνει βροχή. Μενουμε και για καφέ. Τόσο μεγαλοπρεπές και τόσο προς χρήση το
περιβάλλον στις μεγάλες Μητροπόλεις. Δεν υπάρχουν τα “καλά ρούχα της Κυριακής” του φτωχού.
Όλα είναι προς χρήση. Γιατί χρησιμοποιούνται σαν να είναι “τα καλά ρούχα.” Γέλια με την
κλέφτρα. Ψάχνοντάς την μπήκαμε κι είδαμε τα σπίτια με τις εσωτερικές αυλές, τόσο υπέροχα
“αίθρια” σε μερικά κτίρια, τόσο διαφορετικά απ' τα δικά μας.
Την επομένη ο ήλιος λάμπει και πάμε στη Βούδα. Της πάει το φως κι ο ήλιος. Πάνω στη γέφυρα, η
μια πλευρά, της Πέστης, είναι σκούρα και σοφιστικέ, η άλλη λευκή, πράσινη γεμάτη φως
εκτυφλωτικό και απόμακρη. Μπετόβεν, όπερα, κάπως σαν σκηνικό, τι διάολο μου ήρθε το petit
Trianon στο μυαλό. Λες και θα έβλεπα κανένα κωμειδύλλιο φτιαγμένο με bergeres για την Μαρία
Αντουανέττα. Στην ταινία που είχαμε δει μικρές με τη Σύλβια, ο Μότσαρτ κι η Μαρία Αντουανέττα
παιδιά υποτίθεται, πέταξαν ένα νόμισμα να δουν το μέλλον: εκείνος είδε δόξα και μια άμαξα να τον
οδηγεί στον ομαδικό τάφο των φτωχών, κι εκείνη τη γκιλλοτίνα. Συζητήσεις στους αργούς
περιπάτους περί μουσικής. Ποιά η σημασία των έργων του Μπετόβεν; Το “Θείο” πού έμπαινε; Τι
λέει η μουσική, τι θα πει Pastorale, τι θα πει “της Μοίρας;” Πώς μπορώ να ακούσω κι εγώ εκείνο
που άκουγε ο Κ.Τ. στους φιλοσοφικούς στοχασμούς περί μουσικής; Ξανά η συζήτηση ξεγλυστράει
στον έρωτα. Εκδρομές στα δάση και τις λίμνες. Balaton και πλακίτσες με την ομοιοκαταληξία “τη
βρήκαμε ανάλατον”. Επιστροφή σιγά-σιγά.
Στα Σκόπια, το καλύτερο ξενοδοχείο έχει έκπληξη την επίσκεψη μιας τεράστιας κατσαρίδας.
Φωνές, φασαρία, διαμαρτυρία, οι υπάλληλοι που έσπευσαν σε βοήθεια μουστακαλήδες λες και
παίζουν σε ταινία του Μακαβέγιεφ. Σκοτώνουν το τέρας, απολογούνται και μας κλείνουν το μάτι
πονηρά. “Πόσο μαλάκες;” λέει η Λένα εκνευρισμένη αφού τους διώξαμε κακήν-κακώς. Λιτόχωρο
και Κατερίνη στο κατέβασμα προς Αθήνα. Εξωτικοί και άγνωστοι προορισμοί. Λες και η χώρα
σταματάει στη Θεσσαλία. Δεν πα' να 'λεγε ο Θουκυδίδης και να προειδοποιούσε...Τρεις χιλιάδες
χρόνια δεν άλλαξε τίποτα. Καμμένα Βούρλα, γέλια και κοροϊδίες, “εδώ κάνει μπάνιο άπασα η τρίτη
ηλικία, καλυφθείτε θα πάθετε απ' τη μπαναλιτέ”. Βουτάω ένα γατάκι που περνάει αμέριμνο.
Φωτογραφίζομαι μαζί του, “γρήγορα θα την κοπανήσει.” Στα ακουστικά, προτελευταία σειρά με τα
πόδια στο μπροστινό κάθισμα, η “Ωδή στον Γεώργιο Καραϊσκάκη.” Πάει και χωροταξικά ο
οπλαρχηγός καθώς κατεβαίνουμε. Ο φαρμακοποιός αποδείχθηκε καρπερός και κτητικός. Οι
συζητήσεις περί έρωτος τελείωσαν στα σκαλιά της εκκλησίας και καλύτερη μουσική συνοδεία
68