Page 33 - Η τελευταία αυτοκράτειρα του Βυζαντίου
P. 33
το αξίωμα του «επί της τράπεζας». Αυτό σχετίζεται νομίζω με το
πότε, πού και τι θα φάει ο αυτοκράτορας. Καταλαβαίνετε ότι ήταν
καίριο και σοβαρό αξίωμα, γιατί βρισκόταν καθημερινά και συνέχεια
δίπλα στον αυτοκράτορα.
Και τώρα το πώς πέθανε: Το 1414 η Πόλη τελούσε υπό πολιορκία
από τον Τούρκο σουλτάνο της Ευρώπης, ονόματι Μούσα, ο οποίος
ήταν σε εμφύλιο πόλεμο με τον αδελφό του σουλτάνο της Μικράς
Ασίας. Ο Μούσα ήθελε να εκδικηθεί τους Ρωμιούς επειδή το 1410
του καταστρέψαμε το στόλο σε μια ναυμαχία. Ο συχωρεμένος ο
Ιωάννης ήταν πολύ θαρραλέος. Όταν κάποια στιγμή άνοιξαν οι πύλες
της Κωνσταντινούπολης, ένα σώμα ιππέων, μαζί κι αυτός, ξεχύθηκε
στη μεγάλη πεδιάδα καταδιώκοντας τους Τούρκους. Αλλά ο Ιωάννης,
καθώς ήταν παράτολμος, παγιδεύτηκε και τελικά σκοτώθηκε
μαχόμενος. Οι συστρατιώτες του κατάφεραν και πήραν το σώμα του
πίσω, αλλά χωρίς το κεφάλι, αυτό το κράτησαν οι Τούρκοι. Ο
παππούς συγκλονίστηκε όταν έμαθε τα νέα και κόντεψε να πεθάνει.
Όταν συνήλθε κάπως, μάζεψε τη λύπη του και επίσης αρκετά
χρήματα και πλήρωσε όσο όσο τους Τούρκους πείθοντάς τους να του
δώσουν το κεφάλι του γιου του. Τον έθαψε βέβαια στην Πόλη. Είδα
και τον τάφο του μια μέρα που μας είχε πάει ο πατέρας.
Ο μικρός αδελφός του πατέρα μου, ο Αγγελής, ζούσε μαζί μας
στην Πόλη. Τον γνώρισα, μάλιστα διατηρούσα κάποια αραιή
επικοινωνία μαζί του ακόμα και πολύ αργότερα, όταν μετά την
άλωση της Πόλης πήγα στη Βενετία. Η πρώτη φορά ήταν, θυμάμαι,
όταν φύγαμε οικογενειακώς από τον Μυστρά και επιστρέψαμε στην
Κωνσταντινούπολη. Ήταν λίγο μικρότερος από τον πατέρα. Ζούσε
μαζί μας στο παλάτι και ήταν αξιωματούχος και βοηθός του αδελφού
του. Ο πατέρας ήταν αναγκασμένος να δίνει αξιώματα σε συγγενείς
του, γιατί όφειλε να έχει κοντινούς συμμάχους στο παλάτι όπου οι
μηχανορραφίες ήταν σε καθημερινή βάση. Εννοείται ότι ο Αγγελής
πρέσβευε τα ίδια με τον πατέρα μου σχετικά με τους Δυτικούς.
Όταν έπεσε η Πόλη, το 1453, ο Αγγελής κατάφερε και το έσκασε,
αντίθετα με τον πατέρα μου που αιχμαλωτίστηκε μαχόμενος. Πήγε
στον Μοριά λοιπόν και για λίγο έμεινε στη Μονεμβασιά. Μετά όμως
μετοίκησε στη βόρεια Πελοπόννησο, σε μια περιοχή της Κορινθίας.