Page 49 - Index_Neat
P. 49

ΤΟ ΣΕΡΒΙΤΣΙΟ



            Μπήκε στο δωμάτιο ψηλαφώντας για να μη σκοντάψει πάνω στα έπιπλα. Το σκοτάδι ήταν πηχτό
            και της πήρε ώρα να συνηθίσει...Χρειάστηκε να ανακαλέσει για λίγη ώρα στη μνήμη της το χώρο

            έτσι όπως είχε πολύ καιρό να βρεθεί στο σπίτι και ιδίως στο ευρύχωρο αλλά φορτωμένο από έπιπλα
            (όλα σκεπασμένα) και μικροπράγματα σαλόνι, εκεί που η μάνα δεχοταν τις φίλες της, άλλοτε

            βγάζοντας το καλό σερβίτσιο του τσαγιού, κι άλλοτε το πρόχειρο, κι άλλοτε εκείνο που σιχαινόταν,
            το δώρο του γάμου, για τις περιπτώσεις που πίστευε ότι δεν άξιζε τον κόπο να κουραστεί να

            εντυπωσιάσει γιατί το επίπεδο των καλεσμένων ή η περίσταση εξασφάλιζαν ότι δεν θα είχε καμμία

            σημασία   το χρώμα, το σχέδιο και φυσικά η ποιότητα και ο τόπος ή ο χρόνος αγοράς του
            σερβίτσιου. Ένας φτωχός συγγενής, ένας άνθρωπος σε ανάγκη, ένας λαϊκός πελάτης του συζύγου,

            πλην  καλοπληρωτής,  ήταν  οι   προσκεκλημένοι  που  της   έδιναν  την   ευκαιρία   να   κλείσει   τους
            λογαριασμούς με το δώρο, (αλλά) και με την υποχρέωση να το κρατήσει, ημερώνοντας το μένος

            της για το άσχημο σερβίτσιο, με την αυστηρή λογιστική της αναγκαιότητας. Την υποχρέωση να το
            επιδεικνύει στους κουμπάρους-δωρητές, την είχε επενδύσει με την αχλύ της οικιακής οικονομίας

            (δεν πετάμε πράγματα-βρίσκουμε χρήση αν αυτό είναι δυνατόν) μια οικιακή οικονομία που τη

            σιχαινόταν σ' αυτή τη μορφή, μόνο και μονο για να καταπιεί ευκολότερα το χάπι της διάψευσης των
            ελπίδων ενός  καλύτερου δώρου κι ενός καλύτερου γάμου, αλλά  και της  υποχρέωσης  να  το

            κρατήσει γιατί το δώρο των κουμπάρων, ιδίως αν είναι σημαντικοί, πώς να πεταχτεί...;

            Το σερβίτσιο, κόκκινο στο εσωτερικό και μαύρο λακαριστό απ' έξω, είχε χρυσαφιά χερούλια και
            στο σύνολο έμοιαζε είτε με ένδυμα επιδειξία ηγεμόνα ιερατικού σχήματος, σαν την κάπα του

            Richelieu κάπως, είτε με επίπλωση μεγαλοκοκότας Κινέζας με αγάπη στη λάκα και τα χρώματα της
            Αυτοκρατορίας. Το περίεργο ήταν, πως όσο το μισούσε, τόσο το προστάτευε αυτό το σερβίτσιο,

            μάλλον για λόγους συμφέροντος, αφού οι κουμπάροι βοηθούσαν τον σύζυγό της στα πρώτα του
            επαγγελματικά βήματα. Με την οικονομική τους επιφάνεια, θα περίμενε κανείς ότι τα δώρα θα

            ήταν αντίστοιχα, αλλά το ύποπτης αισθητικής σερβίτσιο εξάντλησε τη γενναιοδωρία τους. Αυτό και

            δύο (εφιαλτικά) καλοκαίρια κοινών διακοπών, μέχρι να ετοιμαστεί το εξοχικό που χτιζόταν σιγά-
            σιγά σε οικόπεδο της μάνας, για να στεγάσει τις εξορμήσεις της (νέας) οικογένειάς της. Στις

            διακοπές αυτές, η κουμπάρα είχε το γενικό πρόσταγμα: καθημερινό μενού, έξοδοι, μπάνιο, ύπνος,
            όλα   ήταν   κανονισμένα   από   μια   γυναίκα   καλόκαρδη   αλλά   σφιχτή   και   -περιέργως-   ιδιαίτερα

            κοινωνική. Η μάνα προτιμούσε να μένει στο δωμάτιο ή στη θάλασσα με τις κόρες της, αλλά η
            κουμπάρα είχε εξασφαλίσει επισκέψεις, βόλτες, συγγενείς φορτικούς και φλύαρους, που έρχονταν

            να επισκεφθούν την ίδια και τη νεαρή φιλοξενούμενή της, που δεν έβλεπε την ώρα να περάσει το


            48
   44   45   46   47   48   49   50   51   52   53   54