Page 52 - Index_Neat
P. 52

MIX AND MATCH / ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ



            Ανεβαίναμε...
            Η ανάσα τους βάραινε ρυθμικά στην απότομη ανηφόρα. Στην αρχή δε μιλούσαν. Η παρέα είχε

            μείνει πίσω χαζεύοντας το ηλιοβασίλεμα και γελώντας. Σχεδόν δε φαινόντουσαν πια και μόνο ο
            απόηχος απ' τα γέλια τους ακουγόταν. Τέλεια στιγμή για ξεμονάχιασμα. Η Μυρτώ μίλησε. Κάπως

            διστακτικά μέσα της, αλλά με σταθερή φωνή του είπε: “σου αρέσει και σένα ο κίνδυνος, ε;” Την
            κοίταξε σαν να κατάλαβε τι εννοούσε αλλά και πάλι δεν είπε τίποτα. Άφησαν τους άλλους να

            προχωράνε κι έμειναν με τη σειρά τους κι αυτοί λίγο πιό πίσω. Οι άλλοι τους έριξαν κάτι ματιές να

            δουν αν θ' ακολουθούσαν, η Μυρτω κάτι βρήκε να πει εκείνη ακριβώς τη στιγμή στο Γιώργο
            απλώνοντας το χέρι σαν να δείχνει, ώστε να καθησυχάσει τυχόν υποψίες και να σταματήσουν

            κουβέντες και ερωτήσεις -ότι δήθεν έβλεπαν το τοπίο. Δεν υπήρχε τίποτα σπουδαίο να πούν, δεν
            ήταν άλλωστε και η ώρα κατάλληλη για περίπλοκες κουβέντες. Ήταν απλά ερωτικά πολύ και η

            ευκαιρία μιας συνενοχής. Μια υπόσχεση γι' αργότερα. Λίγο αόριστη. Κι όμως...Ήταν όπως τα
            μικρά παιδιά που κρύβονται  κάτω απ' την κουβέρτα νιώθοντας το ηδονικό γαργάλημα της πιθανής

            ανακάλυψής τους. Όσο μεγαλύτερη η πιθανότητα, τόσο μεγαλύτερο το γαργάλημα. Στο βάθος ήταν

            αμήχανοι. Η Μυρτώ γιατί ντρεπόταν αλλά κι ήθελε απ' την άλλη να τραβήξει το σκοινί, θα 'θελε να
            τον φιλήσει εκεί επί τόπου κι ας λέγανε ό,τι θέλανε, ο Γιώργος γιατί κάπου βρισκότανε στη μέση

            άλυτων ζητημάτων. Για την ώρα. Τον γοήτευε το παιχνίδι, σίγουρα... Η Μυρτώ επανασταστούσε

            στην ιδέα να μπει στο αυτοκίνητο και να πάει σπίτι ένα τέτοιο απόγευμα...Ήταν για έρωτα και
            καθόλυο δεν την ένοιαζε αν είχε γκόμενα, σχέση, δεσμό. Μπορεί το άλλο πρωί να της τον έστελνε

            πίσω πακέτο, άθικτο συναισθηματικά, η παρουσία του όμως την ηλέκτριζε και δνε μπορούσε να
            παραιτηθεί έτσι εύκολα, και τελοσπάντων όχι για την ηθικη κάποιας άλλης που δεν ήταν κάν

            παρούσα, δεν την καλοήξερε και δεν την ενδιέφερε. Ίσως και να την ενδιέφερε δηλαδή λιγάκι
            παραπάνω...πολύ παραπάνω απ' όσο είχε τη διάθεση να παραδεχτεί. Έχανε ξανά την ευκαιρία να

            ερωτευτεί. Έτσι το 'βλεπε. Και έτσι. Όσο περπάταγαν κοίταζε το δρομάκι εμπρος τους που έφτανε

            στο τέρμα, κι η απόσταση που μίκραινε προλάβαινε να μπερδευτεί σε δευτερόλεπτα με την αγωνία
            της να κάνει όσο πιό μακρυά γινόταν τη διαδρομή. Σκεφτόταν ότι μια συζήτηση θα 'πρεπε να  'χει

            το χάρισμα να εξαφανίσει την πραγματικότητα και να δώσει μια ελπίδα στη θλίψη της να μην
            ξεσπάσει. Ήθελε να διαψευστεί η βεβαιότητα που είχε για το τέλος. Αυτή η βεβαιότητα δεν ήταν

            μόνο η κατάφαση, το σίγουρο γεγονός, αυτό που ήξεραν, ότι δηλαδή είχε μια σχέση σοβαρή και
            είχε μάλλον αποφασίσει να μείνει πιστός και βράχος, πράγμα εξωφρενικό για τη Μυρτώ. Η ίδια

            ποτέ δεν είχε καταφέρει αν αισθανθεί ότι οποιαδήποτε σχέση τη δεσμεύει παραπάνω απ' όσο η


            51
   47   48   49   50   51   52   53   54   55   56   57