Page 57 - Η τελευταία αυτοκράτειρα του Βυζαντίου
P. 57
δεν είπα τίποτα.
«Εμπρός, επάνω… και γρήγορα! Γρήγορα! Κι αύριο που θα έχουν
φύγει οι ξένοι θα λογαριαστείς και με τον πατέρα σου».
Υπάκουσα. Δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς. Πήγα στο δωμάτιο με
υγρά μάτια. Οι καρακάξες είχαν ήδη πέσει για ύπνο. Το παράθυρο
ήταν ανοιχτό. Λοιπόν, μιας κι έκανε πολλή ζέστη, κάθισα στο πλατύ
πρεβάζι κι άρχισα να ονειροπολώ. Πότε πότε κάποιο δάκρυ κυλούσε
από τα μάτια μου και πότιζε τη γλάστρα με το βασιλικό εκεί δίπλα.
Όχι, δεν κοιμήθηκα σχεδόν καθόλου. Δεν ήταν ότι σκεφτόμουν το
τι θα ακολουθούσε με τον πατέρα μου την άλλη μέρα. Το ξύλο και
τον περιορισμό τα είχα σίγουρα. Το Δεσπότη Κωνσταντίνο
σκεφτόμουν όλο το βράδυ. Δε μου το έβγαζες από το μυαλό ότι κάτι
ήθελε απόψε στο σπίτι μας.
Εντάξει… δεν είχα αυταπάτες. Όλα αυτά που είχα ακούσει,
σίγουρα θα είχαν σχέση με την πολιτική, όπως είχε πει κι ο σοφός
παππούς. Αλλά ίσως τελικά ο Δεσπότης να είχε κάτι στο μυαλό του
και για μένα. Μακάρι… μακάρι! ευχήθηκα και αναστέναξα.
Έμεινα ώρες ολόκληρες καθισμένη στο πρεβάζι. Μέχρι δηλαδή την
ώρα που είδα τον Κωνσταντίνο να φεύγει. Τον αποχαιρέτησε ο
πατέρας στην πόρτα. Εγώ τους κοίταζα από πάνω. Και ξαφνικά μου
πέρασε η ιδέα απ’ το μυαλό να του πετάξω μερικά λουλούδια. Πώς
θα το πάρει άραγε; αναρωτήθηκα. Ωστόσο δεν το αποτόλμησα. Από
κάτω στεκόταν ο πατέρας μου, ίδιος κέρβερος, μέχρι που ο Δεσπότης
βγήκε από την αυλόπορτα και εξαφανίστηκε πίσω από τον πέτρινο
φράχτη μας. Άσε που λούφαξα τρομαγμένη πίσω από την κουρτίνα
μου, μη με δει ο πατέρας.
Άραγε με είχε αντιληφθεί ο Δεσπότης; Γιατί μου φάνηκε ότι
κάποια στιγμή γύρισε και κοίταξε ψηλά. Λες; Α μπα… Σιγά μην
ενδιαφέρεται για μένα. Αυτός θα έχει… Ή μήπως όχι; Τι να είπαν με
τον πατέρα τώρα που χώρισαν; Γιατί νομίζω κάτι συζήταγαν…
Αυτό τελικά θα το μάθαινα πολλά χρόνια αργότερα στην
Κωνσταντινούπολη.