Page 13 - Index_Neat
P. 13

έμπνευση να τον ρωτήσει κάτι απ' το βιβλίο που υποτίθεται ότι διάβαζε, κι η συνέχεια γράφτηκε με

            δάκρυα, φάπες, αγριοφωνάρες και αλλεπάλληλες αφηγήσεις του γεγονότος μέχρι τα επόμενα
            Χριστούγεννα. Συν την απαγόρευση εξόδου για σινεμά και πατατάκια, που τα λαχταρούσε ο

            παχουλός, λιχούδης, καλοπερασόπουλος εξάδελφος, και τα δύο. Στο παραθεριστικό κέντρο που

            είχαν το σπίτι τους, το σινεμά εκεί κοντά τους, έπαιζε Λουί ντε Φυνές, και ο εξάδελφος ήθελε
            οπωσδήποτε να δει την καινούργια του ταινία (καινούργια προ διετίας αλλά το καλοκαίρι είναι

            κανείς γενναιόδωρος με τετοια πράγματα), οπότε η τιμωρία του κόστισε ακριβά.
            Τακτική όμως δεν άλλαξε, και βρήκε τρόπο να διασκεδάσει τώρα που το σινεμά και οι πολλές

            έξοδοι   ήταν   κομμένα.   Ευρηματικός   πάντα,   είχε   βρει   ένα   καινούργιο   παιχνίδι   τις   ώρες   της
            υποτιθέμενης απομόνωσης για μελέτη, κι έψαχνε παρέα για να το βάλει σε εφαρμογή. Μάλλον: το

            είχε βάλει σε εφαρμογή και ήθελε να διευρύνει τους ορίζοντες κι άλλων πρόθυμων να μαθητεύσουν

            κοντά του, και να φωτιστούν απ' το αριστούργημά του προσφέροντάς του εν συνεχεία γενναιόδωρα
            το θαυμασμό. Γιατί ο εξάδελφος, με τις απανωτές αποτυχίες στο σχολείο, είχε επικεντρώσει τις

            φιλοδοξίες του το θαυμασμό των άλλων για τις σκανταλιές του και την αξιοπρέπεια που έδειχνε την
            ώρα της τιμωρίας. Έτσι, όταν ανεβήκαμε στο άδυτό του εκείνο το ζεστό, φωτεινό απόγευμα, η

            ελπίδα μας να 'χει ο εξάδελφος κάτι διασκεδαστικό που ίσως θα μας έβαζε όλους μας σε κίνδυνο,
            μας   γαργαλούσε   όσο   κι   η   ελπίδα   που   είχε   εκείνος   να   του   στείλει   ο   ουρανός   υποψήφιους

            συμπαίκτες, εχέμυθους, και με την έξωθεν καλή μαρτυρία της σωστής συμπεριφοράς -ώστε ο

            αιφνιδιασμός κι ο έλεγχος να αργήσουν. Με την εκατέρωθεν ευόδωση των προσδοκιών, μας
            εξήγησε το παιχνίδι και τους κανόνες. Δεν είχαμε ξαναπιάσει σφεντόνα, και το παιχνίδι ήταν κάτι

            σαν rite of passage, σαν να μπαίνεις σε μια αδελφότητα με κρυφούς κανόνες που όμως πρέπει να

            υπακούσεις παρακούγοντας αυτούς που μάθαινες ως τότε, και ο κώδικας τιμής αποκτούσε άλλη
            διάσταση...Κάναμε δοκιμή, ο εξάδελφος με ύφος Αρχιμήδη μας εξήγησε τη λειτουργία και τα

            μυστικά του όπλου, (τόση γεωμετρία και φυσική αν την έλεγε στο σχολείο θα είχε άριστα), και
            ξεκινήσαμε: πήραμε τη σφεντόνα απ' τα χέρια του εξάδελφου, και δώσαμε όρκο σιωπής. Ο καθένας

            είχε δύο βολές. Στόχος ήταν οι περαστικοί, και πυρομαχικά μας ήταν τυλιγμένες μικροσκοπικές
            μπαλίτσες χαρτί και κάτι μικρά πετραδάκια που είχε κουβαλήσει ο εξάδελφος και κρύψει επιδέξια,

            σαν υποψήφιος δραπέτης του Αλκατράζ. Ο σκοπευτής έπρεπε να πετύχει το θύμα και να χαμηλώσει

            αμέσως στις πολεμίστρες-τσιμεντένιο μπαλκόνι, για να μην τον δει ο περαστικός καθώς θα έψαχνε
            με το βλέμμα να βρει τον ένοχο. Αλλά έπρεπε επιπλέον να δουν όλοι οι παίκτες τις αντιδράσεις και

            να πιστοποιήσουν το συμβάν και την ενόχληση των περαστικών, ψιλοβγάζοντας το κεφάλι απ' το
            περβάζι. Όποιος τα κατάφερνε είχε δικαίωμα μιας επιπλέον τιμητικής βολής με μπαλόνι νερού στο

            δρόμο ή φτύσιμο. Εννοείται ότι ο εξάδελφος μετά από μακρά πρακτική ήταν άσσος και φαντομάς.
            Αφού χασκογελάσαμε μέχρι δακρύων με την ιδέα κοιταχτήκαμε με την αδερφή μου. Το σχέδιο είχε


            12
   8   9   10   11   12   13   14   15   16   17   18