Page 103 - Η τελευταία αυτοκράτειρα του Βυζαντίου
P. 103

«Άρχισες  πάλι  τις  παλαβομάρες!»  μου  είπε  η  μάνα  μου  και  με
  τράβηξε πίσω. «Ο πατέρας σου παραλίγο να πάθει συγκοπή!»
    «Ω καλά… μην κάνετε έτσι! Τα μπάλωσα», της ψιθύρισα.
    «Δηλαδή;»
    «Μου  είπε  ότι  θα  έρθει  να  βρει  τον  πατέρα  για  να  του
  κανονίσουμε ένα τραπέζι».
    «Να τα πεις στον πατέρα σου αυτά!»
    Ύστερα  από  ένα  τέταρτο  ο  αυτοκράτορας  ολοκλήρωσε  τις
  χαιρετούρες. Εγώ με τη μάνα πήγαμε να βρούμε τον πατέρα, μίλαγε
  με  κάποιον  λίγο  πιο  πέρα.  Η  μάνα  μου  μ’  έναν  εύσχημο  τρόπο
  τράβηξε  τον  άντρα  της  κι  έτσι  και  οι  τρεις  μαζί  πήγαμε  κάπου
  παράμερα. Ήρθε από δίπλα κι ο αδελφός μου, ο Γαβριήλ, και πιάσαμε
  την κουβέντα.
    «Η κόρη σου μάλλον… κάτι έκανε».
    «Δηλαδή;» ρώτησε ο πατέρας ανήσυχος.
    «Πήρε υπόσχεση του Δεσπότη Κωνσταντίνου ότι θα φάμε μαζί».
    «Χμ…  να  και  κάτι  καλό!»  είπε  εκείνος  με  συγκρατημένο
  ενθουσιασμό.
    «Να το κανονίσεις εσύ, λέει», του είπα.
    «Σοβαρά μιλάς;» με ρώτησε ο πατέρας.
    Αλλά  εγώ  και  πάλι  είχα  καρφώσει  τα  μάτια  μου  πάνω  στον
  Μαρίνο. Μα τι κάνει τώρα; Ποια είναι αυτή η ωριμούτσικη που του
  έχει  πιάσει  κουβέντα;  Αυτός  έτσι  γυρνά  και  πιάνει  κουβέντα
  αριστερά και δεξιά; Για κοίτα πώς τον ακουμπάει αυτή! Μα τι…
    «Σου μιλάει ο πατέρας!» είπε ο αδελφός μου.
    «Ε… τι… τι είπες, πατέρα;»
    «Μα τι ακριβώς σου είπε ο Δεσπότης; Και… αλλά για μια στιγμή.
  Εσύ, μικρή, πώς είχες το θράσος και βγήκες από τη σειρά σου; Δε σας
  είπα τις προάλλες ότι…»
    Ο  πατέρας  άρχισε  να  λέει,  να  λέει…  και  μετά,  αφού  σταμάτησε,
  του  εξήγησα  τι  μου  είχε  πει  ο  αυτοκράτορας.  Απ’  ό,τι  κατάλαβα,
  έμεινε  τελικά  ευχαριστημένος  κι  έκανε  να  φύγει.  Αλλά  τον
  σταμάτησα:
    «Δε μου λες κάτι, πατέρα, αυτός εκεί τι ρόλο παίζει;»
    «Ποιος, πού;»
   98   99   100   101   102   103   104   105   106   107   108