Page 167 - Η τελευταία αυτοκράτειρα του Βυζαντίου
P. 167
βλέπουμε ή δε θέλουμε να τη δούμε. Τι εννοώ με όλα αυτά; Ότι
παραδόξως κάποια στιγμή όλα αποκαλύφτηκαν… και του πατέρα και
τα δικά μου.
Ας αρχίσω με τα δικά μου, τα οποία έχουν και μεγαλύτερο
ενδιαφέρον, νομίζω. Ο αγαπημένος μου ήταν ζωντανός. Το έμαθα
μέσω των κατασκόπων μου των οποίων προΐστατο ο καλός μου
ευνούχος, ο Σωτήριος. Λοιπόν κάποια στιγμή μου φέρνει μια
σφραγισμένη επιστολή. Από ποιον; Μα από τον Μαρίνο!
Τι είχε γίνει; Με απλά λόγια, τη μέρα που ο Μαρίνος με ζήτησε σε
γάμο κι ο πατέρας αρνήθηκε, μέσα στο γραφείο του τσακώθηκαν
άγρια. Σχεδόν πιάστηκαν στα χέρια! Ο Νοταράς του όρμησε κι ο
αγαπημένος μου αμύνθηκε. Πέσανε και κάποιες ψιλές… Την επομένη
ο πατέρας έβαλε σε λειτουργία όλο το μηχανισμό του. Αρχικά
υποβίβασαν τον Μαρίνο σε λοχαγό. Αυτόν που είχε επιδείξει τόση
γενναιότητα κι είχε τρέξει όπου του είχαν ζητήσει, κι ας μην ήταν
Ρωμιός! Αυτό ήταν το ευχαριστώ! Αυτές ήταν οι συνέπειες του
μίσους των Ρωμιών. Αυτό μας κατέστρεψε τελικά.
Αμέσως μετά του πρότειναν δύο λύσεις: ή να παραιτηθεί
παίρνοντας ένα καλό ποσό και να φύγει για τη Βενετία ή να
μετατεθεί σε μια κάπως πιο μακρινή επαρχία, στα σύνορα. Αυτό
ουσιαστικά σήμαινε ότι μπορούσε να πάει είτε στον Μοριά –εκεί
υπήρχε και λιγότερος κίνδυνος, μιας κι εκείνη την εποχή οι Τούρκοι
είχαν πλέον εκδηλώσει την πρόθεσή τους ενάντια στην
Κωνσταντινούπολη– είτε, το πιο επικίνδυνο, να υπηρετήσει έξω από
τα τείχη της Πόλης.
Διάλεξε το πιο επικίνδυνο, γιατί ήταν παράτολμος, αλλά και για
έναν ακόμα λόγο: Ο Μαρίνος αγαπούσε παθολογικά και τις δύο· κι
εμένα και την Πόλη. Και δεν μπορούσε να εγκαταλείψει καμιά μας.
Το γεγονός ότι δεν επικοινώνησε μαζί μου ήταν γιατί βρισκόταν υπό
συνεχή παρακολούθηση με εντολή του Νοταρά. Βεβαίως και δεν
μπορούσε να πάρει άδεια για να δει ούτε καν τους φίλους του στην
Πόλη.
Λοιπόν, όλον αυτόν τον καιρό υπηρετούσε έξω από τα τείχη, στις
λίγες ευρωπαϊκές μας πόλεις, πότε στη μια και πότε στην άλλη. Και,
παραδόξως, του αναθέτανε πάντα τις πιο επικίνδυνες αποστολές.