Page 291 - Η τελευταία αυτοκράτειρα του Βυζαντίου
P. 291
τράπεζες, το ποσό των 50 δουκάτων για τα έξοδα που είχα κάνει γι’
αυτούς. Κανένας δεν είπε όχι, αντίθετα κάποιοι θεώρησαν μικρό το
ποσό αυτό. Τόσο πολύ ένιωθαν υποχρεωμένοι.
Καθώς περνούσαν οι μέρες, λίγοι λίγοι έφευγαν. Κάποια μέρα
ήρθαν και με βρήκαν τρία παιδιά, γύρω στα είκοσι, για να με
αποχαιρετήσουν ιδιαιτέρως.
«Εμείς, κυρά και αυτοκράτειρα, είμαστε Βενετοί».
«Τα ονόματά σας;»
«Είμαστε οι γιοι του άρχοντα Πασχάλη Μαλιπιέρο. Εγώ είμαι ο
μεγαλύτερος, ο Δομήνικος, και αυτοί οι δύο είναι ο Τζοβάνι κι ο
Μικέλε».
Τα άλλα δύο παιδιά έγνεψαν καταφατικά. Προσωπικώς δεν τον
ήξερα καν τον πατέρα τους.
Ο μεγαλύτερος είπε:
«Μάλλον δε μας θυμάσαι, αλλά εγώ είχα έρθει και στο γάμο σου
με το μακαρίτη τον αυτοκράτορα, Θεός σχωρέσ’ τον».
Τον κοίταξα προσπαθώντας να τον θυμηθώ.
«Συνόδευα τότε το μακαρίτη τον Βάιλό μας. Σε χαιρέτησα, ήσουν
πολύ χαρούμενη τότε, αρχόντισσά μου».
«Δυστυχώς, νεαρέ μου, άλλες οι βουλές του Κυρίου», είπα με
πικρία.
Συζητήσαμε λίγο και σιγά σιγά τον θυμήθηκα. Μου μίλησαν και
για άλλους Βενετούς κι έτσι τους ρώτησα για τον Μαρίνο μου. Αλλά
δυστυχώς δεν ήξεραν κάτι να μου πουν.
«Πάντως, κυρά, να είσαι σίγουρη ότι, όταν έρθει η ώρα, ο πατέρας
μας θα σε αποζημιώσει για την καλοσύνη σου».
«Δε χρειάζεται να κάνει τίποτα. Μόνο να προσέχετε στο ταξίδι
σας», τους είπα.
«Κι όμως, εγώ και τα αδέλφια μου… μιλήστε, βρε!»
Οι άλλοι δύο, οι μικρότεροι, συμφώνησαν μ’ ένα χαμόγελο.
«Σου υποσχόμαστε ότι κάποια στιγμή ο πατέρας μας θα σου
ανταποδώσει στο εκατονταπλάσιο το καλό που μας έκανες».
Δεν πίστεψα και πολύ στις υποσχέσεις του νεαρού, είναι αλήθεια,
αλλά η μοίρα ύστερα από λίγα χρόνια θα με διέψευδε. Πάντως
συζητήσαμε ακόμα λίγο και πριν φύγουν μου είπαν ότι με