Page 310 - Η τελευταία αυτοκράτειρα του Βυζαντίου
P. 310
Θωμάς.
«Μα μου είχε πει ότι σας έστειλε επιστολή, κύριοι».
«Είναι περίεργο αυτό που λέτε, κυρία. Έχετε χαρτιά που να το
αποδεικνύουν;» είπε ο Δημήτριος με σοβαρό και αυστηρό ύφος.
«Πότε παντρευτήκατε;» ρώτησε ξανά ο Θωμάς.
«Χαρτιά δεν υπάρχουν. Όλα καταστράφηκαν στη φωτιά», τους
απάντησα.
Οι δύο Δεσπότες κοίταξαν ο ένας τον άλλο με συγκρατημένη
χαρά.
«Ωστόσο υπήρχαν άνθρωποι που μας αγαπούσαν και στάθηκαν
δίπλα μας στο παρεκκλήσι του παλατιού ως μάρτυρες στο γάμο μας»,
είπα με δηκτικό τρόπο.
«Όλα αυτά δε μου φαίνονται και τόσα αθώα», είπε ο Δημήτριος.
Μου μίλαγαν και με κοίταζαν σαν να ήμουν όχι συγγενής τους
αλλά εχθρός τους. Σαν να μην ήξεραν τίποτα για μένα. Συνέχισαν την
απροκάλυπτη επίθεσή τους και μάλιστα φώναξαν και τον πεθερό μου,
τον Μπερτούκκιο, να έρθει κοντά μας.
«Άρχοντα Κονταρίνι, το ήξερες ότι η κυρία από δω ισχυρίζεται ότι
είχε παντρευτεί τον αδελφό μας, τον αυτοκράτορα;» τον ρώτησε ο
Δημήτριος.
Ο πεθερός μου είχε μείνει άναυδος. Κατάλαβε ότι η σύγκρουση
είχε επέλθει.
«Εμείς νομίζαμε ότι ήταν σύζυγος του γιου σου, έτσι δεν είναι;»
είπε ο Θωμάς.
Ο Μπερτούκκιος που ήταν έξυπνος άνθρωπος και ήξερε ότι δεν
ήμουν καθόλου διπλωμάτισσα, έσπευσε να διορθώσει τα πράγματα.
«Ναι, ήξερα για το γάμο, αλλά και τη σχέση που είχε αναπτύξει
με το γιο μου».
«Δηλαδή, κυρία μου, κερατώνατε τον άντρα σας;» είπε
ξεδιάντροπα ο Δημήτριος που ήταν και ο πιο αψύς.
«Και το παιδί ποιανού είναι; Ε, μη μας πείτε τώρα ότι είναι ο
διάδοχος του θρόνου μας… Αυτό πια πάει πολύ!» συμπλήρωσε ο
Θωμάς υψώνοντας κάπως τη φωνή του.
«Κι εσείς, κυρία», είπε ο Δημήτριος στην αδελφή μου τη Μαρία
που κυριολεκτικά είχε παγώσει, «μη νομίζετε ότι ο Μανουήλ