Page 341 - Η τελευταία αυτοκράτειρα του Βυζαντίου
P. 341

για το παιδί που έχασες, για τη δίκη, για ό,τι πέρασες τέλος πάντων
  και από τους Παλαιολόγους».
    Χαμήλωσα το κεφάλι.
    «Αλλά, βλέπεις, δεν ήθελα να είμαι κι εγώ ένας ακόμα μπελάς για
  σένα».
    Δυο  υπηρέτριες  μας  σερβίρισαν  γλυκά  και  δροσερό  νερό.  Στο
  δωμάτιο επικρατούσε μια ζεστή και φιλική ατμόσφαιρα.
    «Λοιπόν;» ρώτησα τον Μπερτούκκιο. «Εσύ στη Βενετία; Νόμισα
  ότι ήσουν…»
    «Στο Ναύπλιο;»
    Ναι, έγνεψα.
    «Όχι, όχι! Μετά μ’ έστειλαν αλλού. Βλέπεις… η πατρίδα πάνω απ’
  όλα. Σήμερα εδώ και αύριο… σε κάποια άλλη πόλη. Η πατρίδα μάς
  έχει  προσφέρει…  σχεδόν  τα  πάντα,  θα  έλεγα.  Κι  έτσι  οφείλουμε  κι
  εμείς…»
    «Έχει πάρει κιόλας», τον διέκοψα εννοώντας τον χαμένο γιο του
  και αγαπημένο μου.
    «Αλήθεια», μου είπε για να αλλάξει θέμα, όπως νόμιζε, «τι είναι
  αυτά που είδα κάτω… ταξίδι ετοιμάζεις;»
    «Ακριβώς!» απάντησα χαρούμενη.
    «Πώς κι έτσι; Πηγαίνεις να ξεκουραστείς;»
    «Πατέρα, κάθεσαι καλά;» του είπα.
    Μου έγνεψε καταφατικά.
    «Λοιπόν… θα σου δώσω κάτι να διαβάσεις».
    Του έφερα την επιστολή του υπηρέτη μου, από την Αλεξάνδρεια.
  Ο γέρος τη διάβασε γρήγορα και καθώς τον είδα συγκινημένο, πήγα
  κοντά του.
    «Μάλλον…»  του  είπα,  «αν  είναι  εκεί…  επιτέλους,  θα  καταφέρω
  να τον βρω ύστερα από τόσα χρόνια!»
    «Μα ακόμη τον αγαπάς τόσο πολύ;»
    «Είναι η ίδια μου η ζωή. Θα τα δώσω όλα γι’ αυτόν. Τον αγαπώ…
  δε με ενδιαφέρει σε τι κατάσταση θα είναι. Θα… θα τον βρω… στην
  ανάγκη θα τον κλέψω από τον έμπορο που τον έχει για σκλάβο. Δε
  με νοιάζει τίποτα… καταλαβαίνεις;» είπα με ένταση.
    Ο  Μπερτούκκιος  με  αγκάλιασε  δακρυσμένος  και  με  φίλησε  στα
   336   337   338   339   340   341   342   343   344   345   346