Page 396 - Η τελευταία αυτοκράτειρα του Βυζαντίου
P. 396
ήταν ότι άρχισε σιγά σιγά να συνηθίζει τον Λαυρέντιο. Όχι… ποτέ
δεν τον είδε σαν πατέρα. Κι ο Λαυρέντιος, όσο καιρό ήμασταν μαζί –
τώρα πια κι αυτός έχει αποδημήσει εις Κύριον, Θεός σχωρέσ’ τον–,
ποτέ ξανά δεν τον αποκάλεσε «γιε μου», αλλά του φερόταν σαν ήταν
γιος του. Ο χρόνος, βλέπετε, σμιλεύει τις σχέσεις των ανθρώπων και
αμβλύνει τις διαφορές τους. Αφού, σας λέω, και δώρα του έφερνε ο
Νικόλας από το εξωτερικό, γιατί έβλεπε ότι εγώ πέρναγα καλά μαζί
του.
Αυτός ήταν ο γιος μου. Κάθε φορά όμως που έφευγε για νέο ταξίδι
–το έκανε τακτικά, κάθε καλοκαίρι–, μου σκιζόταν η καρδιά, ειδικά
όταν επρόκειτο να περάσει από την Μπαρμπαριά, νότια από την
Ιταλία, για να πάει προς τα μέρη της Ισπανίας. Γιατί ήξερα καλά ότι
εκεί λυμαίνονταν την περιοχή πειρατές. Αλλά κι αυτός ήταν
προετοιμασμένος. Ποτέ δεν είχε ξαρμάτωτα τα καράβια του. Και τα
κανόνια του είχε και τους ναυτικούς του μπόλικους και
καλοπληρωμένους, κι όλους τους είχε εφοδιασμένους με όπλα,
παρακαλώ, όπως όριζαν οι συνήθειες της εποχής.
Τα χρόνια περνούσαν και ήταν γενικά, θα έλεγα, ευτυχισμένα.
Ακόμα και το θέμα της Σιένας προχωρούσε αρκετά καλά, χάρη στη
μεσολάβηση και στον αγώνα του Λαυρέντιου κυρίως, αλλά και των
ανθρώπων μου. Καταφέραμε τελικά, ύστερα από μερικά χρόνια, και
ολοκληρώσαμε το σχέδιό μας. Μάλιστα είχα πάει και η ίδια τρεις
φορές στη Σιένα και παρευρέθηκα στο Συμβούλιο όπου τους μίλησα
ξεκάθαρα. Ο Λαυρέντιος βέβαια τους είχε ενημερώσει για το ποια
είμαι και τι ζήταγα. Τους υπέβαλα κι έναν λεπτομερέστατο κατάλογο
γι’ αυτά που έπρεπε να γίνουν. Και χάρη στον οικονόμο μου, τον
Σερβόπουλο, που ήταν πάντα δίπλα μου, τους έπεισα για τα καλά. Η
παρουσίαση του σχεδίου μας στο Συμβούλιο ήταν άψογη.
Τελικά αποδέχτηκαν την πρόταση κι ύστερα από ένα χρόνο, κι
αφού είχαν γίνει οι πρέπουσες προπαρασκευαστικές εργασίες,
ξεκίνησαν επιτέλους να πηγαίνουν εκεί οι πρώτοι Ρωμιοί από την
οθωμανική αυτοκρατορία. Αλλά στη συνέχεια αντιληφθήκαμε ότι τα
πράγματα δεν προχωρούσαν και τόσο καλά. Είχε δηλαδή περάσει
ένας χρόνος και δεν είχαν φτάσει στην περιοχή πάνω από πενήντα-
εξήντα οικογένειες… ούτε μισό χωριό δηλαδή. Και βέβαια μόνο με