Page 399 - Η τελευταία αυτοκράτειρα του Βυζαντίου
P. 399
χωριών έχτισαν πάλι το κάστρο, έβαλαν δική τους φρουρά και
βοήθησαν τους Σιενέζους στους πολέμους τους ενάντια στους
εχθρούς τους.
Εγώ πήγαινα στην περιοχή του κάστρου μια φορά το χρόνο και οι
κάτοικοι με τιμούσαν ως δική τους βασίλισσα και σχεδόν ποτέ δεν
ακούστηκε κουβέντα εναντίον μου. Γιατί όλοι έλεγαν ότι εδώ, στον
καινούργιο τους τόπο, είχαν βρει την ελευθερία τους, μιλούσαν τη
γλώσσα τους, τα ελληνικά, είχαν τις εκκλησιές τους, σαν όλους τους
χριστιανούς, τα σχολεία τους, ζούσαν μια καλή και ήρεμη ζωή
έχοντας φτιάξει και μικρές περιουσίες.
Όχι, ποτέ δεν τους φέρθηκα ως βασίλισσα. Ποτέ δεν τους πήρα
φόρο, ούτε ένα νόμισμα. Γι’ αυτό και με αγαπούσαν και κάθε τόσο
έστελναν στο αρχοντικό μου πάμπολλα πεσκέσια, για να με
ευχαριστήσουν για το καλό που τους έκανα. Αλλά για μένα το
μεγαλύτερο δώρο ήταν ότι το σχέδιο που είχαμε οργανώσει με τον
Λαυρέντιο, να φτιάξουμε μια μικρή Ελλάδα στη Σιένα, ήταν
επιτέλους μια όμορφη πραγματικότητα.
Όμως ύστερα από λίγο καιρό η τύχη μού γύρισε και πάλι την
πλάτη. Δυστυχώς, έχασα τον άνθρωπό μου, τον Λαυρέντιο. Πέθανε,
ο κακομοίρης, ξαφνικά από μια κακή αρρώστια που χτύπησε όλη τη
Σιένα. Οι γιατροί απορούσαν πώς είχε γίνει το κακό μέσα σε λίγες
μόλις μέρες. Μάλιστα πίστευαν ότι ήταν μεταδοτική ασθένεια κι έτσι
δε με άφησαν να τον νεκροφιλήσω. Ζήσαμε μαζί περίπου δεκαπέντε
χρόνια.
Τον θάψαμε στη Σιένα, στο κοιμητήριο που είχαν οι δικοί του.
Ήταν ο τρίτος άντρας που πέρασε από τη ζωή μου και πάνω στον
τάφο του, κλαίγοντας, έδωσα όρκο ότι ποτέ πια δε θα γνώριζα άλλον
άντρα. Και κράτησα αυτόν τον όρκο μέχρι σήμερα που είμαι πάνω
από ενενήντα χρονών πια. Εξάλλου νιώθω ότι και το δικό μου
καντήλι κοντεύει να σβήσει.
Αλλά, καθώς ξέρετε, οι χαρές και οι λύπες στη ζωή δεν έχουν
τελειωμό. Και σ’ εμένα η ζωή επιφύλασσε και από τα δυο. Δεν ξέρω
αν ήταν ευλογία ή κατάρα, αλλά παρά το ότι είχα τότε παρακαλέσει
το Θεό να με πάρει γρήγορα κοντά Του, πάλι δε με άκουσε. Είχε,
βλέπετε, το σχέδιό Του.