Page 397 - Η τελευταία αυτοκράτειρα του Βυζαντίου
P. 397

αυτές  δεν  μπορούσε  να  θεωρηθεί  πετυχημένο  το  σχέδιό  μας.  Το
  λιγότερο που θέλαμε ήταν πάνω από πεντακόσιες οικογένειες.
    Με τους συμβούλους μου συναντιόμασταν συχνά στη Βενετία. Σε
  μια  από  αυτές  τις  συναντήσεις  ο  Σερβόπουλος  μίλησε  έξω  από  τα
  δόντια:
    «Κυρά, ο κόσμος φοβάται».
    «Δηλαδή;» τον ρώτησα.
    «Ε να… σου λέει “να πάω σε ξένο τόπο. Μάλιστα. Αλλά αν αυτά
  είναι ψέματα; Και πώς να αφήσω πίσω τους δικούς μου;”»
    «Γι’  αυτό  έρχονται  συνήθως  μόνο  άντρες;  Για  να  δουν  την
  κατάσταση;»
    «Και γι’ αυτό. Υπολογίζουν να φέρουν την οικογένειά τους μετά,
  αλλά  τα  πράγματα…  είναι  δύσκολα.  Πώς  να  ξεφύγουν  από  τους
  αγάδες που τους κυνηγάνε;»
    Ήμουν σκεφτική.
    «Κι ύστερα… είναι και το άλλο. Σου λένε “εδώ στην οθωμανική
  αυτοκρατορία μπορεί να είμαστε ό,τι είμαστε, αλλά έχουμε τον παπά
  μας,  λατρεύουμε  ελεύθερα  και  ορθόδοξα  το  Χριστό,  έχουμε
  ασφάλεια… Εκεί, τι;”»
    «Έτσι είναι», συμπλήρωσε κι ο Λαυρέντιος. «Μου το έχουν πει κι
  εμένα».
    «Τι εννοείς;»
    «Εντάξει  με  το  σπίτι  και  τα  χωράφια…  είναι  ευχαριστημένοι.
  Αλλά θέλουν και την εκκλησιά τους και τον παπά τους… και τα όλα
  τους.  Στην  οθωμανική  αυτοκρατορία,  λίγο-πολύ,  τα  έχουν  αυτά.
  Εκεί όμως…»
    «Και τι προτείνεις να κάνουμε;» ρώτησα.
    «Να  φροντίσουμε  να  φεύγουν  όλες  οι  οικογένειες  μαζί»,
  πετάχτηκε η αδελφή μου η Ελένη.
    «Και πώς θα γίνει αυτό;»
    «Να πληρώσουμε αδρά κάποιους ντόπιους ώστε να ξεσηκώσουν
  ολόκληρα χωριά. Εννοώ τα πιο απομονωμένα…»
    «Ας τα παρατήσουν όλα, και τα κοπάδια και τα σπίτια τους. Εμείς
  στο  Συμβούλιο  το  συζητήσαμε»,  είπε  τώρα  ο  Λαυρέντιος.  «Θα
  πληρώσουμε ακόμα και πέντε χρυσά για κάθε άτομο που θα έρθει με
   392   393   394   395   396   397   398   399   400   401   402