Page 401 - Η τελευταία αυτοκράτειρα του Βυζαντίου
P. 401

Μου έγνεψε καταφατικά.
    «Και γιατί δεν τον έβαλες μέσα;» είπα κι έκανα να πάω προς τα
  κει.
    Αλλά ο Σερβόπουλος με συγκράτησε λέγοντας:
    «Βόηθαμε να σηκωθώ, σε παρακαλώ».
    Τον κράτησα μέχρι που κατάφερε να σταθεί όρθιος. Προσπάθησε
  να  ισιώσει  το  κορμί  του,  αλλά  η  αρθρίτιδα  δεν  τον  άφησε  κι  έτσι
  έβγαλε ένα μακρόσυρτο «οχ» απ’ το στόμα του.
    «Είσαι εντάξει τώρα;»
    «Ναι, Άννα, σ’ ευχαριστώ».
    «Μα πώς τον βρήκες;»
    «Άσ’ τα… μεγάλη ιστορία. Αυτός μου μήνυσε με έναν ενδιάμεσο
  ότι ήθελε να έρθει στη Βενετία με τη γυναίκα του».
    «Τούρκος είναι;»
    «Έτσι νόμιζα κι εγώ. Αλλά τελικά αποδείχτηκε Ρωμιός».
    «Α μπα!»
    «Ναι.  Αλλά  είχε  χρόνια  στην  υπηρεσία  των  Τούρκων  και  τον
  εμπιστεύονταν».
    «Και παντρεύτηκε στην Πόλη;»
    «Ναι.  Ο  γιος  του  ταξιδεύει.  Έμπορος  είναι.  Τον  βλέπει  πια  στη
  χάση και στη φέξη».
    «Καταλαβαίνω. Κι εγώ το ίδιο με τον δικό μου».
    «Να… να του πω τώρα να περάσει;»
    Έγνεψα καταφατικά.
    Ο γέρος πήγε προς την πόρτα. Η καρδιά μου, σας λέω, χτυπούσε
  σαν  τρελή.  Επιτέλους  θα  έβλεπα  τον  άνθρωπο  που  τόσο  πολύ  είχε
  βοηθήσει  να  πραγματοποιηθεί  το  σχέδιό  μου!  σκεφτόμουν.  Ήταν
  δυνατόν; Και πώς είχε έρθει στη Βενετία; Για ποιο λόγο;
    Πολύ γρήγορα λύθηκαν όλες οι απορίες μου. Ένας ώριμος κύριος
  μπήκε στο γραφείο μου. Πίσω του έκλεισε η πόρτα και τώρα είχαμε
  μείνει μόνοι. Ο Σερβόπουλος έφυγε διακριτικά. Με πλησίασε. Ήταν
  γύρω  στα  πενήντα  ή  λίγο  παραπάνω  και  είχε  μουστάκι,
  χαρακτηριστικό  γνώρισμα  των  Οθωμανών.  Ωστόσο  φόραγε  δυτικά
  ρούχα.  Σίγουρα  ήταν  άρχοντας·  ένας  κύριος  της  καλής  κοινωνίας.
  Όταν  έβγαλε  το  καπέλο,  είδα  ότι  είχε  ξανθά  μαλλιά,  αλλά  και  μια
   396   397   398   399   400   401   402   403   404   405   406