Page 44 - Η τελευταία αυτοκράτειρα του Βυζαντίου
P. 44

νόμιζα τότε, οι Δυτικοί και γενικά οι Φράγκοι ήταν ατίθασοι και δε
  σέβονταν τις παραδόσεις των άλλων.
    «Την  ευχή  μου  και  καλούς  και  άξιους  απογόνους  για  τη
  ρωμιοσύνη», της είπε ο παππούς.
    «Ευχαριστώ,  άρχοντα  Νοταρά»,  είπε  εκείνη  σε  πολύ  καλά
  ελληνικά.
    Προφανώς,  λοιπόν,  και  την  είχε  δασκαλέψει  ο  Θεόδωρος  για  το
  ποιοι είμαστε, σκέφτηκα. Μάλιστα τον είχα δει να σκύβει να της λέει
  κάτι λίγο πριν φτάσουν κοντά μας. Στη συνέχεια ο Κωνσταντίνος μας
  έδειξε λέγοντας:
    «Κι από δω είναι όλη η οικογένεια Νοταρά… Και τα Νοταράκια
  σε παράταξη!»
    Εμείς τότε είπαμε μαζί με όλο το λαό:
    «Πολλά  τα  έτη,  Δέσποτές  μας,  πολλά  τα  έτη!  Και  στη
  Βασιλεύουσα!»
    «Σας  ευχαριστούμε»,  είπαν  εκείνοι  και  μας  χαμογέλασαν
  ικανοποιημένοι.
    Εγώ, ενώ μέσα μου ήμουν χαρούμενη, έδειχνα μουτρωμένη. Είχα
  σκύψει το κεφάλι μου και δεν τους κοίταζα, όταν ξαφνικά νιώθω ένα
  χέρι να μου το ανασηκώνει απαλά. Το βλέμμα μου έπεσε πάνω του.
  Ήταν ο Κωνσταντίνος που μου είπε χαμογελαστός:
    «Είσαι η Άννα, έτσι;»
    Έγνεψα καταφατικά, κατακόκκινη από ντροπή.
    «Εσύ που μ’ έσωσες από τη… συμμορία πριν από κάποια χρόνια;»
    «Ναι, Δέσποτα Κωνσταντίνε».
    «Μεγάλωσες…  Άννα,  μπράβο!»  είπε  και  μου  χάιδεψε  το
  πρόσωπο.
    Ένιωσα το χέρι του ιδρωμένο και τραχύ. Ανατρίχιασα πραγματικά.
  Θυμήθηκα  την  πρώτη  φορά  που  το  είχε  κάνει  πάλι  αυτό,  πριν  από
  χρόνια. Όμως τούτο δεν είχε καμιά σχέση μ’ εκείνο το χέρι που με
  είχε  πάρει  αγκαλιά.  Τώρα  ήταν  σκληρό  και  μαθημένο  στο  σπαθί,
  στον  πόνο,  στο  αίμα.  Το  ένιωσα  σας  λέω!  Τούτο  το  χέρι  μάς  είχε
  ελευθερώσει και είχε φέρει την ειρήνη στον Μοριά. Αλλά ποιος ξέρει
  τι μοίρα μας περίμενε ακόμη.
    Ο  Κωνσταντίνος  έκανε  να  φύγει,  αλλά  πετάχτηκα  πίσω  του  και
   39   40   41   42   43   44   45   46   47   48   49