Page 45 - Η τελευταία αυτοκράτειρα του Βυζαντίου
P. 45

τον συγκράτησα. Μόνο που δεν της ήρθε κόλπος της Ελπίδας. Το ίδιο
  και στα αδέλφια μου.
    «Συμβαίνει κάτι, Αννούλα;» γύρισε και μου είπε ο Κωνσταντίνος.
    «Μην  ξεχάσεις  την  υπόσχεση  που  μου  έδωσες  εκείνη  τη  μέρα.
  Θυμάσαι;»
    Με  κοίταζε  περίεργα.  Η  μάνα  μου  έσπευσε  να  διορθώσει  τα
  πράγματα:
    «Μα  τι  λες;  Συχώρα  την,  Δεσπότη!  Είναι  η  πρώτη  φορά  που  σε
  βλέπει και…»
    «Όχι, δεν είναι», είπα πάλι με αυθάδεια και βέβαια την εξέθεσα.
    Οι  Δεσπότες  έφυγαν  γελώντας  ακολουθούμενοι  από  τους
  άρχοντες.  Σιγά  σιγά  άρχισε  να  αραιώνει  ο  κόσμος,  έτσι  κι  εμείς
  ξεκινήσαμε  για  το  σπίτι  μας.  Όταν  φτάσαμε,  βρήκαμε  έναν
  αγγελιοφόρο να μας περιμένει. Μας ενημέρωσε για τη γιορτή που θα
  γινόταν  στο  παλάτι  κι  επίσης  μας  είπε  ότι  οι  Δεσπότες  μάς
  προσκαλούσαν  να  παρευρεθούμε  και  τις  τρεις  ημέρες  στα  βραδινά
  τους γλέντια.
    Μιας και  το ανέφερα,  δράττομαι  της ευκαιρίας  να πω  λίγα λόγια
  για το κάστρο και το παλάτι. Το είχα επισκεφτεί μερικές φορές, είτε
  σε  κάποιες  γιορτές  μαζί  με  την  οικογένειά  μου  είτε  γιατί  έκανα
  παρέα στη μικρή πριγκιποπούλα, την κόρη του Θεοδώρου Β΄.
    Στην  κορυφή  του  λόφου  του  Μυστρά  δέσποζε  το  κάστρο  με
  ισχυρή  οχύρωση.  Το  σημαντικότερο  κτίριο  εκεί  ήταν  το  παλάτι.
  Μπαίνοντας  κανείς  από  την  πύλη,  κι  αφού  άφηνε  πίσω  του  τις
  οχυρώσεις,  στα  αριστερά  του  έβλεπε  πρώτα  ένα  μεγάλο  κτίριο  που
  στο κάτω μέρος του είχε μια δεξαμενή με πόσιμο νερό. Αυτό ήταν το
  κτίριο του διοικητή του κάστρου. Εκεί κοντά ήταν κι ένας μεγάλος
  πύργος  που  έβλεπε  σε  όλη  την  πεδιάδα  του  Μυστρά.  Παραδίπλα
  υπήρχε ένας ναός και στο κέντρο του μεγάλου κάστρου ορθωνόταν
  το συγκρότημα του παλατιού.
    Το  χτίσιμο  του  παλατιού  ολοκληρώθηκε  σε  διαφορετικές
  περιόδους.  Είχε  σχήμα  που  θύμιζε  περίπου  το  ελληνικό  γράμμα  Γ,
  αλλά στραμμένο αριστερά. Φτάνοντας εκεί, έβλεπες στα δεξιά του, σε
  μια μεγάλη ευθεία γραμμή, τα παλιά παλάτια των Φράγκων και μετά
  των  Καντακουζηνών.  Στο  βάθος,  απέναντι,  ενώνονταν  με  τη  νέα
   40   41   42   43   44   45   46   47   48   49   50