Page 84 - Η τελευταία αυτοκράτειρα του Βυζαντίου
P. 84

του ένα σπαθί από το οποίο έσταζε αίμα.
    «Μα τι…» πήγα να του πω.
    «Σώπα,  μη  μιλάς…  είσαι  μαζί  μου  τώρα»,  μου  λέει  με  σταθερή
  φωνή.
    Την  ίδια  στιγμή  έβαλε  το  σπαθί  του  στο  λαρύγγι  ενός  ζητιάνου.
  Ήταν ένας από αυτούς που είχα δει πριν από λίγο και πήγα να του
  δώσω ελεημοσύνη.
    «Κατέβαινε το πουγκί!» τον απείλησε κοφτά.
    «Μα, άρχοντα, εγώ δεν…» διαμαρτυρήθηκε εκείνος.
    Αλλά όταν ένιωσε τη λεπίδα πιο κοντά στο λαρύγγι του, δεν είχε
  άλλη  επιλογή.  Αργά  αργά  μού  έτεινε  το  πουγκί  μου.  Πράγματι,
  εκείνη τη στιγμή έκπληκτη διαπίστωσα ότι το είχα χάσει πάνω στη
  σύγχυσή μου. Το άνοιξα και είδα ότι όλα σχεδόν τα λεφτά μου ήταν
  μέσα.
    «Και τώρα φύγετε… όλοι! Εξαφανιστείτε!» τους φώναξε με άγρια
  φωνή ο άντρας.
    Με  πήρε  από  το  χέρι  και  με  παρέδωσε  στους  δικούς  μου,  που
  είχαν αντιληφθεί τι είχε γίνει και τώρα έρχονταν προς το μέρος μου.
    «Σ’  ευχαριστώ,  παλικάρι  μου,  σ’  ευχαριστώ  πολύ!»  του  είπε  η
  μάνα μου τρομαγμένη και με αγκάλιασε.
    «Πάντα στην υπηρεσία σας, αρχόντισσα», είπε εκείνος ευγενικά.
    «Κι εσύ, τρελοκόριτσο…»
    «Μα  εσείς,  άρχοντες  άνθρωποι,  τι  δουλειά  έχετε  στο  λιμάνι;»
  ρώτησε  το  παλικάρι.  «Δεν  ξέρετε  ότι  είναι  επικίνδυνο;  Κι  αυτά  τα
  μπαούλα εδώ…»
    «Μόλις τώρα αφιχθήκαμε από τον Μυστρά», είπε η μικρή Μαρία.
    «Είστε όλοι καλά;» ρώτησε ο νέος.
    «Ναι, χάρη σ’ εσένα!» του απάντησε η μάνα μου χαμογελώντας.
    «Δεν ήρθε κανένας να σας παραλάβει;»
    «Είχαμε κανονίσει, αλλά ο σύζυγός μου…»
    «Σταθείτε εδώ και περιμένετε», μας είπε.
    Απομακρύνθηκε λίγο κι αμέσως μετά τον είδαμε να συζητάει με
  έναν  τύπο.  Εγώ  τον  παρακολουθούσα  συνεχώς,  ενώ  η  μάνα
  προσπαθούσε να με καθαρίσει από τα χώματα που είχαν λερώσει τα
  ρούχα μου. Το παλικάρι ήταν ψηλό, με καθαρό πρόσωπο και μαύρα
   79   80   81   82   83   84   85   86   87   88   89