Page 38 - ΑΝΤΙ - Τεύχος 23
P. 38

Ὁ κίνδυνος, βέβαια, ἦταν να δεῖ κανεὶς ἓναν                                                                                                                                       ἄλλα λόγια, μια νέα μαυητεία ποιητικῆς ἀνά-



                                                                                                                            καινούργιο κονφορμιομὸ να παίρνει τὴ θέση                                                                                                                                         γνωσης. Καταλαβαίνει. λοιπόν, κανείς γιατί ἓνα



                                                                                                                            τοῦ παλιοῡ, να δεῖ κανείς, γύρω ἀπὸ ἕνα ἒργο                                                                                                                                      κοινὸ ποὺ πρόσμενε κείνη τὴ στιγμὴ ἕνα λόγο



                                                                                                                            τόσο πολύπλευρο ὅσο τὸ ἒργο τοῦ Ρὶτσου, να                                                                                                                                        συμβατικό. σὺμᾳωνο μὲ τὶς περιστάσεις. ἓνιωσε



                                                                                                                            συσσωρεύεται ἐκεῖνο «τὸ ἄθροισμα τῶν παρε-                                                                                                                                        ὅτι τα ποιήματα αὐτὰ βρίοκονταν μᾶλλον μα-



                                                                                                                            ξηγήσεῶν» τὸ ὁποῖο, κατα τὸ Ρὶλκε, συνιστά                                                                                                                                        κρια του.



                                                                                                                            κάθε φιλολογικὴ δόξα. Μετα τὴ σιγὴ θανάτου



                                                                                                                            που ἀκολούθησε τὸν έμφύλιο πόλεμο, ὕστερ’ ἀπ’



                                                                                                                            τὸν κάλπικο «παράδεισο» τῆς δεκαετίας τοῦ 60



                                                                                                                            καὶ τὴ διάδοοη ἑνὸς ἀνεύθυνου φολκλόρ, ἐρχό-



                                                                                                                            ταν ἂραγε ἡ σειρα μιᾶς ἀντίστροφης κατάστα-                                                                                                                                      Ὡστόσο, τὸ χάσμα αὐτὸ ανάμεσα στα πρόσ-




                                                                                                                            σης, ἡ έποχὴ τοῦ αἰσθηματισμοῡ μιᾶς καταπι-                                                                                                                                      φατα ποιήματα καὶ τὴν προσδοκία τοῦ κοινοῦ



                                                                                                                            εσμένης καὶ πάσχουσας Ἑλλάδας ποὺ θάταν                                                                                                                                          ἀποτελεῖ, αναμᾳίβολα, τὴν ἀσᾳαλέστερη έγγυ-



                                                                                                                            μιά πληγὴ ἀνοιχτὴ οτὸ πλευρὸ τῆς Εὐρώπης, ἡ                                                                                                                                      ηση για τὴν ἀπήχηση τοῦ ἔργου στὸ μέλλον.



                                                                                                                            δυστυχισμένη της, κατὰ ἕνα τρόπο, συνείδηση,                                                                                                                                     ’Ὀπως χρειάοτηκαν δέκα με εἴκοσι χρόνια για ν’



                                                                                                                            τῆς ὁποίας ἐπίσημος ψαλμωδὸς θα γινόταν ô                                                                                                                                        ἀντιληφθοῦμε πῶς ὁ Κάφκα εἶχε προβλέψει κι



                                                                                                                            δημιουργὸς τοῦ «Ἐπιτάφιου»;                                                                                                                                                      ἀποδώσει τὴν πραγματικότητα τοῦ καιροῦ του-



                                                                                                                            Για καλή μας τύχη, τὸ ἒργο τοῦ Ρίτσου, μὲ τὴ                                                                                                                                     τὴ γραφειοκρατία καὶ τὸν κόσμο τῶν στρατοπέ-



                                                                                                                            φρεσκάδα του, μὲ τὴν ἀπουσία συγκεκριμένων                                                                                                                                        δων συγκεντρῶοεως - μέσα ἀπ’ τὴ σκόπιμη πα· 7



                                                                                                                            ἀναφορῶν, μὲ τὴν ἀρνηση κάθε συμβατικότη·                                                                                                                                         ραμόρφωσή της· ὅπως τὸ παραλήρημα στὸ L




                                                                                                                            τας, κάθε ἓτοιμης ἀπάντησης, με τὴν ἀποποίηση                                                                                                                                     «Δοκιμασίες κι ἐξορκισμοὶ» τοῦ Μισὼ (μαίνεται “



                                                                                                                            κάθε αἰσθηματολογίας, δὲν ἀπαποκρὶθηκε σ”                                                                                                                                        οήμερα, παρα τὴν παντελὴ ἀπουσία ἱστορικῶν



                                                                                                                            αὑτὴ τὴν προσκοδία - ποὺ ἦταν ἡ προσδοκία                                                                                                                                        ἀναφορῶν, σαν ἡ ὀξυδερκέστερη σύλληψη τῆς



                                                                                                                            τής εύρωπαῑκής ἀριστερᾶς. Κριτικη καὶ κοινὸ                                                                                                                                      κατοχῆς καὶτοῦ πολέμου· έτσι, θα χρειαστοῦνε,



                                                                                                                            καραδοκοῦσαν να πάρουν ἀπ’ τὴ Λέρο ἓνα μή-                                                                                                                                       χωρὶς ἀλλο, κάμποσα χρόνια για να «ξανα-



                                                                                                                            νυμα σαφές, λογικό. ξεκάθαρο. ποιήματα-                                                                                                                                          βροῦμε» τὸ Ρίτσο, για να καταλάβουμε πὼς



                                                                                                                            μανιφέστα ποὺ θα κατάγγελλαν ἐπώνυμα τοὺς                                                                                                                                        πρότρεξε τῆς εὐαισθησίας μας καὶ πὼς δέν ἑκα-



                                                                                                                            δημίους. Μὲ καθυστέρηση εἴκοσι έτῶν ἀποξη-                                                                                                                                       νε τίποτ’ ἀλλο, μὲ τὴ μακρια ὀνειρική του ἀφη-



                                                                                                                            τοῡσαν τὴ συγκινησιακὴ στράτευση καὶ τὸ «πι-                                                                                                                                     γηση - ἀπ’ τὴν ὁποία μας παραδίὸει μια σειρα




                                                                                                                            στεύω» τοῦ «Πέτρινου Χρόνου» ἦ τοῦ «Γραμ-                                                                                                                                        στιγμιότυπα - ἀπ’ τὸ να παρωδήσει καὶ να με-


                                                                                                                            ματος στὸ Ζολιὸ Κιουρί».                                                                                                                                                         ταμορφ ῶσει τὴν πραγματικότητα τοῦ καιροῦ




                                                                                                                            Στὴ θέση αὐτῶν, λάβαιναν. με κάποιαν ἀμη-                                                                                                                                        του καὶ τοῦ τόπου του για να μᾶς τήν κάνει πιὸ


                                                                                                                            χανία, αὑτὴ τὴ μακρια σειρα τῶν λακωνικῶν καὶ                                                                                                                                    αἰσθητὴ καὶ ταυτόχρονα πιὸ ὑποφερτή. Ἐξ ἄλ-




                                                                                                                            αἰνιγματικῶν παραβολῶν που ἀπαρτίζουν τὶς                                                                                                                                        λου, μὲ τὴν ἀντίληψή του γιὰ μια παραμορφω-


                                                                                                                            συλλογὲς «Πέτρες, Ἐπαναλήψεις, Κιγκλί-                                                                                                                                           τικὴ ποιητικὴ λειτουργία, ἀνοίγει μιὰ προ-




                                                                                                                            δῶμα», «Ὁ τοῖχος μέσα στὸν καθρέφτη», «Διά-                                                                                                                                      οπτικὴ ποὺ καλεῖ τὴν ἐνεργὸ παρέμβαση τοῦ


                                                                                                                            δρομος καὶ σκάλα», ἢ τὰ μεγάλα ποιή ματα τοῦ                                                                                                                                     ἀναγνώστῃ. Ἡ τεχνικὴ τῶν μικρῶν ποιημάτων,




                                                                                                                            ἀρχαίκοῡ κύκλου. Μπρὸς σὲ μιά τέτοια τροπὴ                                                                                                                                       ἡ τεχνικὴ τῶν μονολόγων ὅπως ἡ «Ἑλένη» (πο-


                                                                                                                            τοῦ ἔργου, μπρὸς στὶς φευγαλέες ἀλληγορίες                                                                                                                                       ρεία καὶ προύποθὲσεις ποὺ συναντάμε καὶ σὲ




                                                                                                                            ποὺ γράφτηκαν μέσα οτὶς πιὸ μαῠρες ὡρες τοῦ                                                                                                                                      παλια ποιήματα, ὅπως στὶς «Ἀσκήσεις» καὶ στὸ


                                                                                                                            ποιητή στὸ Παρθένι καὶ στὸ Καρλόβασι, κι                                                                                                                                         «Τελευταῖα π.Α. Ἑκατονταετία») μὲ τὶς σιωπές,




                                                                                                                            ὡστόσο ἀποφεύγουν κάθε συγκεκριμένη μνεία,                                                                                                                                       μὲ τὶς διαστρεβλὼοεις τοῦ πραγματικοῦ καὶ τοῦ


                                                                                                                            κι ὅπου ἡ τρέλα ἀκραγγίζει τὸ χλευασμὸ σ” ἓνα                                                                                                                                    ἀληθοφανοῡς, μὲ τὸ παράδοξο τῶν καταστά-




                                                                                                                            τόνο σχεδὸν οὺδέτερο, ἀδιάφορα, ἡ ἀντίδραση                                                                                                                                      σεων, ἀναγκάζει τὸν ἀναγνώστη νὰ ξανακάνει



                                                                                                                            ἦταν μιὰ ὁλοφάνερη ἀμηχανία, θαρρεῖς κι οἱ·                                                                                                                                      για δικό του λογαριασμὸ τὴ διαδρομὴ ποὺ ὑπο-



                                                                                                                             ἀναγνῶστες μένανε πάντα στὸ κατῶᾳλι μιᾶς                                                                                                                                        βάλλει - χωρὶς ποτε να ἐπιβάλλει —— τὸ ποίημα.



                                                                                                                             «Ἀπαγορευμένηςᾘερωχὴς» - σημαδιακὸς τί-                                                                                                                                         Ἡ τεχνικὴ αὐτὴ δὲν ἀπέχει ἀπὸ τὴν τεχνικὴ τοῦ



                                                                                                                             τλος ἑνὸς ποιήματος τῆς συλλογῆς «Ὁ τοῖχος                                                                                                                                      Πικασσό, που ἀξαρθρώνει καὶ παραποιεῑ τὸ



                                                                                                                             μέσα στὸν καθρέφτη», ὅπου μᾶς γίνεται ἡ συγ-                                                                                                                                    ἀνθρώπινα πρόσωπο εξαναγκαζοντας τὸ θεατη




                                                                                                                             κεκριμένη ὑπόδειξηῑ                                                                                                                                                             ν’ ἀνασυνθέοει για τὸν ἑαυτό του τὴν ἑνότητα

                                                                                                                                                                                                                                                                                                             καὶ τὴν ἀλήθεια. Ἡ ἀναλογία μὲ τὸν Πικασσὸ





                                                                                                                            ’Υστερσ                                                                                                                                                                          ξαναβρὶσκεται, ἄλλωστε, καὶ α’ ὅ,τι ἀφορᾶ τὶς,



                                                                                                                            ὁὲν εἶχε τίμα προσθέσει. Φανερὸ πὼς ἀπόφευγε                                                                                                                                     δημιουργικές τους ἐφεδρεῐες - ποὺ εὐνοοῦντΜ



                                                                                                                            μὲ πολλὴ προσοχὴ νὰ πεῖ τὴ λὲξη θ ά ν α το ς.                                                                                                                                    καὶ στὶς δύο περιπτώσεις, ἀπὸ μιὰ τρομαχτική 3-4


                                                                                                                                                                                                                                                                                                             ἱκανότητα για δουλειά - καὶ ποὺ ἐπιτρέπουν



                                                                                                                                                                                                                                                                                                              στὸν ποιητὴ να πολλαπλασιάζει τὶς προσπά-ῗ



                                                                                                                            ”Ο Ρίτσος, ὡστόσο, μὲ κανένα τρόπο δὲν ἐπι-                                                                                                                                       θειες-- μερικὲς φορὲς πολλὰ ποιήματα μέσα σὲ Ξ



                     Ξὺλο τῆς θάλασσας                                                                                      ζητεί μυὰ ποίηση για μυημένους, ἓναν ἑρμητι-                                                                                                                                      μιά μόνο μέρα - ἀκριβῶς ὅπως κι ὁ ζωγράφος




                                                                                                                            σμό, Eva μυστικὸ κὼδικα ποὺ θα μᾶς τὸν παρέ-                                                                                                                                     σώρευε μανιακὰ τα ὁιαδοχικα σχέδιά - πλὴν ,



                                                                                                                            διδε σὰν μιαν ὁριστικὴ ὲξὺσωση τσῦ κόσμου,                                                                                                                                       ὅμως, διαφορετικὰ κάθε φορὰ - ἑνὸς καὶ τοῦ



                                                                                                                            σύμφωνα μὲ τὴν παράδοοη τοῦ Μαλαρμέ; Ἡ                                                                                                                                           αὐτοῦ μοτίβου. Αὐτὴ ἡ συνεχὴς διερεύνηση,



                                                                                                                            ἀρνησή του να προφέρει τήν ἀναμενόμενη λέξη                                                                                                                                      αὐτὸ τὸ ἀσταμάτητο σκάψιμο ποὺ μᾶς προσφὲ-



                                                                                                                         V εἶναι, ἁπλούστατα, ὁ τρόπος του να τὴ φῶνάξει,                                                                                                                                    ρεται μὲ τὸ πρόσχημα μιᾶς συγκίνησης, μιᾶς




                                                                                                                            ν’ ἀποκαλύψει καλύτερα τὶς ἒμμονες ἰδέες του,                                                                                                                                    χειρονομίας, ἑνὸς χρώματος, μιᾶς awn; σκη-


                                                                                                                            να καταδείξει τα τέρατα ποὺ τὸν τριγυρίζουν.                                                                                                                                     νῆς, καθιστᾱ δυνατὴ τὴν ἀποκάλυψη τοῦ κοινοῦ




                                                                                                                            Αύτὰ τα κενά, αὐτὲς οἱ σιωπές, αὐτὲς οἱ εἰρωνι-                                                                                                                                  μας ὲρωτηματικοῠ μπροστὰ στὸν κόσμο καὶ



                                                                                                                            κὲς ρωγμὲς τοῦ ποιήματος, ἐπιδροῡν πάνω un;                                                                                                                                      στὴν ἱστορία, αὐτοῦ ποὺ ὁ Ρίτσος ἤδη στὰ ποι-



                                                                                                                            ὅπως ἓνας ἐφιάλτης; ἐπιτρέπουν στὸν κοιμι-                                                                                                                                       ήματά του «Ἡ Γέφυρα» καὶ «Ὁ τελευταῖος καῖ



                                                                                                                            σμένο να ξυπνήσει τὴνῐπιὸ ἀνυπόφορη στιγμή.                                                                                                                                      ὁ πρῶτος τσῦ Λίντιτσε» ἀποκαλεῖ μ’ ἐπιμονὴ «ὁ



                                                                                                                            να συνειδητοποιήσει τ’ ὄνειρό του καὶ να τὸ ἀν-                                                                                                                                  ἀλληλοσεβασμός μας καὶ ἡ συντροφικόιητά



                                                                                                                            τέξει. Ὀλο τὸ ἒργο ποὺ γράφτηκε μετὰ τὸ 1967.                                                                                                                                    μας». Πρόκειται, χωρὶς ἀλλο, για τὴν προοδευ·



                                                                                                                      ’ κι ἰδιαίτερα τα σύντομα ποιήματα, ἀπαιτοῦν                                                                                                                                           τικότερη πλευρὰ τοῦ ἔργου. Ἐννοῶ αὐτὴ τὴν



                                                                                                                           μιαν ἀνάγνωση οὲ διαφορετικα ἐπίπεδα ποὺ                                                                                                                                          ἓκκληση στὴ δραστήρια κι ἂγρυπνη. σύμ-μετοχὴ



                                                                                                                           συμπληρώνεται ταυτόχρονα μὲ ~ πληροφορίες                                                                                                                                         τοῦ ἀναγνώστη, σὲ μιαν ἀπὸ κοινοῦ δημιουργία



                                                                                                                           προερχόμενες ἀπὸ ποικίλες πηγές, ἀπαιτοῦν, μὲ                                                                                                                                     μὲ τὴμεσολάβηοη τοῦ nouñwnoç, ὁ nourrùsrtoi’fl-







                                                                                                                       Μ, ἶ Ι, , _ -Ὁ _
                                                                                                                       ’ ι »_-. -' μείζω,ίῖ ϊὲ Ιῳῖςιὲθὲψαὲή un; Je!“ . μικῆ .oaw . a; u; εξ ἰ”’.ι.,νΔ ’ῥ’
   33   34   35   36   37   38   39   40   41   42   43