Page 111 - Η τελευταία αυτοκράτειρα του Βυζαντίου
P. 111
από μια μεριά να μου εξηγήσει… να μου πει μια κουβέντα.
Αυτά σκεφτόμουν καθώς δοκίμαζα ένα βενετσιάνικο άρωμα. Ο
καταστηματάρχης είχε βάλει τέντες στην οροφή του μαγαζιού του,
γιατί πιο μέσα έκανε ακόμη επισκευές λόγω του τελευταίου σεισμού
που του το είχε μισοκαταστρέψει. Γενικά θα έλεγα ότι δεν ήταν και
πολύ σταθερή κατασκευή το οίκημά του.
Λοιπόν είχα ψιλοβαρεθεί εκεί ανάμεσα στα αρώματα και περίμενα
να τελειώσουμε με τα ψώνια και να πάμε, όπως είπα, σε μια θεία του
πατέρα μου για φαγητό. Η θεία αυτή διέμενε σε μια γειτονιά
αριστοκρατική, πιο βόρεια, κοντά στο παλάτι των Βλαχερνών.
Επειδή ο πατέρας τα βαριόταν αυτά, έστελνε εμάς ως αντιπροσώπους
του.
Αλλά ξαφνικά έγινε ένας νέος σεισμός, λίγο πιο δυνατός από τον
τελευταίο, όπως είπανε, κι ένιωσα τη γη να τρέμει κάτω από τα
πόδια μου. Πανικοβλήθηκα κι άρχισα να στριγγλίζω σαν τρελή από
το φόβο μου. Στον Μυστρά δεν είχαμε σεισμούς, κι όπως
καταλαβαίνετε δεν ήμουν συνηθισμένη σε τέτοιες καταστάσεις.
Κέρωσα στη θέση μου, ενώ ο κόσμος γύρω έτρεχε σαν
αλαφιασμένος. Ξαφνικά ένιωσα κάποιον να πέφτει πάνω μου και να
κυλιόμαστε μαζί στο έδαφος. Το σώμα του με είχε κυριολεκτικά
πλακώσει. Φαινόταν γεροδεμένος και σκέφτηκα ότι θα μπορούσε να
λειτουργήσει σαν ασπίδα για μένα σε περίπτωση που θα έπεφταν
αντικείμενα από ψηλά. Έτσι λοιπόν τον αγκάλιασα, έκλεισα τα μάτια
κι έμεινα ακίνητη.
Η βουή του σεισμού συνεχίστηκε για λίγο και μετά, όταν
σταμάτησε, το ίδιο ξαφνικά όπως ξεκίνησε, άνοιξα τα μάτια μου.
Συνειδητοποίησα πού ήμουν, χαλάρωσα το αγκάλιασμά μου και
κοίταξα τον άνθρωπο που ήταν από πάνω μου. Φανταστείτε τώρα
την έκπληξή μου όταν διαπίστωσα ότι ο στιβαρός κύριος που με είχε
στην αγκαλιά του ήταν ο Μαρίνος. Ναι, ο Μαρίνος Κονταρίνι, ο
Βενετσιάνος!
Τον κοίταζα γεμάτη απορία καθώς αυτός με ανασήκωνε από
κάτω σαν μικρό κλαράκι. Μα πώς… πώς βρέθηκε αυτός εδώ;
αναρωτήθηκα. Ύστερα έριξα μια ματιά ολόγυρα και κατάλαβα ότι
χάρη σ’ αυτόν είχα σωθεί.