Page 114 - Η τελευταία αυτοκράτειρα του Βυζαντίου
P. 114

πετάχτηκε η μάνα μου και δαγκώθηκε από την απρέπεια που πέταξα
  – κατά τη γνώμη της.
    Φτου  να  πάρει!  Δεν  το  κλείνεις  το  στόμα  σου,  βρε  μάνα;
  σκέφτηκα. Άσε να ξεκαθαρίσουμε το θέμα, να δούμε πού το πάει ο
  τύπος…
    «Οφείλω  να  ομολογήσω,  αρχόντισσα  Νοταρά»,  είπε  αλλάζοντας
  θέμα, «ότι δε βρέθηκα και τόσο τυχαία στο δρόμο αυτόν».
    «Δηλαδή;»
    «Ε  να…  Σήμερα  είχα  άδεια  και  ξεκίνησα  να  πάω  στη  βενετική
  συνοικία, να δω τον πατέρα μου. Ε, κι εκεί κάπου σας πήρε το μάτι
  μου».
    «Εδώ είναι ο πατέρας σου, στην Πόλη;»
    «Ναι. Έχει τώρα άδεια από το κράτος».
    «Μα δε θα ’πρεπε να είναι κάπου αλλού;» ρώτησα.
    «Δηλαδή;»
    «Στην Αλεξάνδρεια, δίπλα στη γυναίκα του».
    Εκείνος χαμογέλασε και απάντησε:
    «Η μητέρα μου είναι στη Βενετία, στο μέγαρό μας».
    «Έχετε δικό σας;»
    «Ναι. Είναι ένα παλάτσο, όπως τα λέμε εμείς, πάνω στο μεγάλο
  κανάλι, στο πιο κεντρικό μέρος της Βενετίας».
    «Α μάλιστα. Λοιπόν;»
    «Τον άλλο μήνα θα περάσει από δω η εμπορική μας γαλέρα. Τότε
  θα  ξεκινήσει  κι  ο  πατέρας  με  τα  εμπορεύματά  μας  που  έχουμε
  συγκεντρώσει  εδώ  από  το  χειμώνα.  Θα  τα  κατεβάσει  στην
  Αλεξάνδρεια και κατόπιν θα πάει στη Βενετία με άλλα πράγματα».
    «Και μετά;»
    «Ε, μετά… Μετά δεν ξέρω, θα εξαρτηθεί…»
    «Από τι;»
    «Μα τι θα του ζητήσει το κράτος. Αν τον στείλει κάπου διοικητή,
  θα πάει. Διαφορετικά θα συνεχίσει με το εμπόριο».
    «Ικανοποιήθηκες  τώρα,  μικρή;»  είπε  η  μάνα  μου  και  ξαφνικά
  βάλαμε τα γέλια.
    «Και τότε εσύ;» επέμεινα εγώ. «Εννοώ, γιατί δεν ασχολήθηκες με
  το εμπόριο όπως ο πατέρας σου;»
   109   110   111   112   113   114   115   116   117   118   119