Page 158 - Η τελευταία αυτοκράτειρα του Βυζαντίου
P. 158
«Τίποτα! Αυτό που λέω εγώ θα γίνει! Το πριγκιπόπουλο θα έρθει
τον άλλο μήνα με τους δικούς του και την ακολουθία του. Θα είναι…
επίσημα πράγματα».
«Πατέρα, θες να με ξεφορτωθείς;»
«Εγώ; Μα τι λες τώρα, Άννα!»
Στα χείλη του είχε σχηματιστεί ένα περίεργο και σκληρό
χαμόγελο, μάλλον ειρωνικό.
«Μα όταν ακούω για Ρωσία…»
«Άννα, θέλω το καλό σου! Εδώ… εδώ κινδυνεύεις. Οι
παντρεμένες αδελφές σου έχουν ήδη φύγει μακριά από την Πόλη.
Πρέπει να σε διαφυλάξω».
«Και θες να με στείλεις στη μακρινή Ρωσία; Πιο κοντά δε
γίνεται;»
«Τι εννοείς;»
«Αν δε σου αρέσει ο Μυστράς, πατέρα, στείλε με στη… στη
Βενετία».
«Στη Βενετία;» πετάχτηκε και πάλι ο μικρός.
«Ακριβώς! Κι εκεί, πατέρα, δεν έχεις επιχειρήσεις;»
«Τέρμα. Θα γίνει αυτό που λέω εγώ!» είπε σε έξαλλη κατάσταση.
Η μάνα μού έκανε νόημα να μη μιλήσω. Ο πατέρας συνέχισε:
«Αλλά ξέρω εγώ γιατί θες τη Βενετία».
Πέταξε την πετσέτα και σηκώθηκε από το τραπέζι. Άρχισε να
βηματίζει βιαστικά και νευριασμένα μέσα στο δωμάτιο.
«Μου είχε περάσει από το μυαλό ότι κάτι συμβαίνει και
σκεφτόμουν ότι δεν είναι δυνατόν να μένεις ήσυχη έτσι ξαφνικά».
«Τι… τι εννοείς;» τραύλισα.
«Μη μου κάνεις την ανήξερη. Για κείνον τον ξεβράκωτο τον
Μαρίνο Κονταρίνι, τον πρώην ταγματάρχη, πρόκειται».
Μου όρμησε πριν προλάβω να αντιδράσω. Μου έσκασε δυο τόσο
δυνατά χαστούκια, που είδα αστεράκια.
«Λέγε…» είπε κι έπεσε πάνω μου πάλι.
Μου έριξε ένα χέρι ξύλο που ήταν όλο δικό μου. Ύστερα άρχισε
να φωνάζει:
«Μίλα! Λέγε… εσύ κι αυτός; Και σε… σε πέρασε; Τι σου έκανα
και με εξευτέλισες;»