Page 184 - Η τελευταία αυτοκράτειρα του Βυζαντίου
P. 184
«Δεν καταλαβαίνεις; Το έχει πάρει κατάκαρδα», είπα. «Στην υγεία
της πάντως είναι εντάξει, πατέρα».
«Οι άλλοι; Ο μικρός;» ρώτησε, αν και όχι με τόση αγωνία όπως θα
περίμενα.
«Εντάξει, μην ανησυχείς», τον καθησύχασα. «Όμως για πες μου…
πού θα καταλήξει αυτή η κατάσταση;»
«Δεν ξέρω. Κι αν δε βγω από δω… τι μπορώ να κάνω πια;» είπε
σκεφτικός.
«Λέω να ειδοποιούσαμε τον Μαρίνο με κάποιο τρόπο».
Τι ήθελα και τον ανέφερα;
«Μη μου μιλάς γι’ αυτόν! Δε θέλω να ανακατευτεί!» απάντησε με
ένταση.
«Μα οι Βενετοί, πατέρα, θα μπορούσαν…»
«Αυτοί τη δουλειά τους κι εμείς τη δική μας. Τέλος!» μου είπε με
απότομο τρόπο.
Για λίγο δε μιλήσαμε. Ολοφάνερα μισούσε τον Μαρίνο. Δεν ήθελα
να τον στενοχωρήσω κι έτσι δεν έθιξα πάλι το θέμα.
«Ξέρεις… έμαθα κάτι», είπα.
Με κοίταξε περιμένοντας να ακούσει.
«Ο Σφραντζής, λένε, τσακώθηκε με την οικογένειά του».
«Πώς το ξέρεις;» με ρώτησε ο πατέρας δείχνοντας ξαφνικά
ενδιαφέρον.
«Το άκουσε μια υπηρέτρια που μας περιποιείται και μας το είπε
για να χαρούμε. Είναι καλό αυτό;»
Αντί για απάντηση, είδα ένα χαμόγελο στο πρόσωπό του.
Πράγματι είχε κυκλοφορήσει αυτή η φήμη. Ότι ο Σφραντζής είχε
αναγκαστικά φύγει από την Πόλη με εντολή του αυτοκράτορα, για
να φέρει την αρραβωνιαστικιά του. Αλλά η σύζυγός του του είχε
βάλει τις φωνές, τσακώθηκαν για τα καλά, γιατί πλέον είχε βαρεθεί
από τις συνεχείς απουσίες και τα ταξίδια του. Τελικά του ζήτησε
διαζύγιο κι έφτασε ακόμα και μέχρι τον ίδιο τον αυτοκράτορα, αλλά
δε βρήκε ανταπόκριση. Λοιπόν κι ο Σφραντζής είχε τα προβλήματά
του, όπως κι ο πατέρας. Κι αυτός ενδιαφερόταν πιο πολύ για την
πολιτική, ως έμπιστος του αυτοκράτορα, παρά για το σπίτι του.
«Οπότε… χμ… όλα πάνε καλά», είπε ο πατέρας μ’ ένα