Page 196 - Η τελευταία αυτοκράτειρα του Βυζαντίου
P. 196
«Είσαι η γυναίκα μου. Η αυτοκράτειρα… μα τι λόγια είναι αυτά;»
Μου φάνηκε θυμωμένος. Ήταν σε ένταση. Έκανα να τον πάρω
αγκαλιά, αλλά αρνήθηκε. Σηκώθηκε όπως ήταν και, χωρίς να ρίξει
κάτι πάνω του, πήγε προς το τραπέζι όπου ήταν μια κανάτα με
κρασί… μαζί βέβαια με λογαριασμούς και διάφορα έγγραφα. Έβαλε
σε μια κούπα και το κατέβασε μονορούφι. Κατάλαβα ότι τα
πράγματα ήταν σοβαρά, γιατί ο Κωνσταντίνος σπάνια έπινε.
«Να πάρεις μόνο τα αναγκαία», γύρισε και μου είπε. «Λίγα
ρούχα… όχι κοσμήματα και χρυσαφικά».
Τον κοίταξα με απορία.
«Όλα αυτά θα… θα τα πουλήσω. Το κανόνισα με τον πατέρα
σου».
«Πώς δηλαδή;»
«Είπε ότι θα τα πάρουν Εβραίοι σαράφηδες, Βενετοί και
Γενοβέζοι. Χρειάζομαι μετρητά, Άννα, για να πληρώσω τους
μισθοφόρους».
«Θα έρθουν πολλοί;»
«Περιμένω κάποιους Γενοβέζους. Ένας από αυτούς, ονόματι
Ιουστινιάνης Λόγγος, θα έρθει με εφτακόσιους δικούς του και μερικά
πλοία. Μου έγραψε… ελπίζω ότι θα έρθει».
Πήγε προς το παράθυρο του δωματίου και κοίταξε έξω
αναστενάζοντας. Στο μεταξύ έπινε αργά αργά ακόμα μια κούπα
κρασί.
«Και πού θα με στείλεις τελικά;» τον ρώτησα και πήγα κοντά του.
Έκανα να τον αγγίξω, αλλά απομακρύνθηκε… Ένιωσα ξαφνικά
σαν να με σιχαινόταν. Πήγε πάλι στο τραπέζι με τους λογαριασμούς.
Πήρε μια πετσέτα και σκούπισε τα χέρια του. Εγώ ήμουν πίσω στο
κρεβάτι και τον παρατηρούσα.
«Στον Μυστρά», μου είπε μονοκόμματα. «Θα είσαι περισσότερη
ασφαλής. Τα αδέλφια μου οι Δεσπότες θα σε καλοδεχτούν. Τους έχω
ήδη ενημερώσει με επιστολές».
«Θα πάω με πλοίο, έτσι;»
«Ναι. Θα ταξιδέψεις γρήγορα με τη φρουρά που θα σου δώσω. Θα
πάτε πρώτα προς τη Σηλυβρία. Εκεί κοντά, λίγο πριν από την πόλη,
υπάρχει ένα μικρό και απάνεμο λιμάνι. Κανένας δε θα σας