Page 201 - Η τελευταία αυτοκράτειρα του Βυζαντίου
P. 201

σας  λέω  ότι  θα  τα  αναγνώριζα  ανάμεσα  σε  χιλιάδες  άλλα  αντρικά
  μάτια.  Ωστόσο  τώρα  ήταν  τόσο  αλλαγμένος.  Είχε  μούσι  και  τα
  μαλλιά  του  είχαν  μακρύνει  μέχρι  τους  ώμους  του,  ενώ  στο  κεφάλι
  φόραγε κράνος.
    «Μαρίνο μου… εσύ;» του λέω δακρυσμένη.
    Έβγαλε το κράνος του και μου όρμησε. Μου έκοψε τα δεσμά και
  αμέσως με πήρε στην αγκαλιά του δίνοντάς μου ένα τόσο δυνατό και
  παθιάρικο φιλί, που το θυμάμαι ακόμα και τώρα, η έρμη, έπειτα από
  μισό  αιώνα  σχεδόν.  Είναι  το  φιλί  που,  πιστεύω,  καμιά  γυναίκα  δεν
  ξεχνάει, όσα χρόνια κι αν περάσουν!
    Λοιπόν,  πριν  προλάβω  να  καταλάβω  τι  γινόταν,  μ’  έβαλε  πάνω
  στο άσπρο του άλογο. Κοίταξα ολόγυρα μισοζαλισμένη και δεν είδα
  παρά  μόνο  πτώματα  και  κομμένα  κεφάλια.  Ακόμα  κι  εκείνο  του
  προδότη.  Περνώντας  από  πάνω  του,  έριξα  μια  φτυσιά.  Αλλά  όχι  σ’
  αυτούς που με είχαν χτυπήσει, μόνο στον προδότη, τον Ρωμιό.
    Οι  άντρες  του  αγαπημένου  μου  κοίταζαν  ποιοι  ήταν  βαριά
  τραυματισμένοι  και  τους  αποτελείωναν.  Τους  άλλους  που  ήταν  πιο
  ελαφριά  τους  άφηναν  να  ζήσουν.  Ένιωσα  συμπόνια  γι’  αυτούς,  είτε
  το πιστεύετε είτε όχι.
    «Ένας έφυγε για την Αδριανούπολη», είπα.
    «Ναι,  τον  είδαμε  πριν  από  καμιά  ώρα»,  μου  απάντησε  ο
  αγαπημένος μου.
    Μετά γύρισε στους συντρόφους του.
    «Πάμε,  παιδιά…  φεύγουμε  βόρεια,  για  τη  Βουλγαρία!»  τους
  φώναξε.
    Αρχίσαμε να καλπάζουμε.
    «Στη Βουλγαρία θα πάμε;» τον ρώτησα απορημένη.
    «Όχι βέβαια! Σε μια ώρα θα στραφούμε και πάλι νότια».
    «Νότια; Και τότε γιατί…»
    «Αφήσαμε μερικούς ζωντανούς, όπως είδες. Όταν έρθουν οι δικοί
  τους, τούτοι θα τους πουν τι και πώς».
    «Παραπλανητικά;»
    «Ακριβώς».
    Δεν  είπα  τίποτα.  Έριξα  μια  ματιά  πίσω  και  είδα  τον  τόπο  της
  μάχης  να  απομακρύνεται.  Το  ίδιο  κι  ο  θάνατος  από  κοντά  μας.  Κι
   196   197   198   199   200   201   202   203   204   205   206