Page 208 - Η τελευταία αυτοκράτειρα του Βυζαντίου
P. 208

19
  Κοντεύει καλοκαίρι κι εγώ έχω ήδη τρεις μήνες στο Ναύπλιο, στην
  Πελοπόννησο.  Νάπολι  της  Ρωμανίας  το  λένε  οι  Βενετοί,  για  να  το
  ξεχωρίζουν από τη Νάπολη της Ιταλίας, οι οποίοι κατέχουν την πόλη
  και τη διαφεντεύουν ήδη από τα τέλη του 14ου αιώνα.
    Έκανα  Πάσχα  εδώ,  μαζί  με  άλλους  ευγενείς,  Έλληνες  και
  Βενετούς.  Οι  γιορτές  ήταν  για  μένα  μια  παρηγοριά.  Οι  ακολουθίες
  στον καθεδρικό ναό της άνω πόλης και η Ανάσταση του Κυρίου μού
  δημιούργησε  μια  μικρή  αίσθηση  ανακούφισης.  Ίσως  και  μια  ελπίδα
  για καλύτερες μέρες. Ο τωρινός διοικητής της πόλης έφτασε λίγο μετά
  από μένα και μου φέρθηκε, θα έλεγα, σαν να ήταν ο πραγματικός μου
  πατέρας.  Για  να  μην  πω  και  καλύτερα,  δηλαδή.  Μπορείτε  να
  φανταστείτε  ποιος  είναι;  Ο  πατέρας  του  Μαρίνου,  ο  Μπερτούκκιος
  Κονταρίνι!
    Αλλά νομίζω ότι είναι ώρα να πάρω τα πράγματα από την αρχή.
  Εξάλλου  εδώ  στο  Ναύπλιο  μου  ήρθε  η  ιδέα  να  γράψω  τούτο  το
  βιβλίο.  Δεν  έχω  τίποτα  πιο  χρήσιμο  να  κάνω  στις  ατέλειωτες  ώρες
  της  μοναξιάς  μου.  Έτσι  άρχισα  να  αποτυπώνω  τις  πρώτες  μου
  σκέψεις σε μερικές σελίδες χαρτί.
    Λοιπόν,  ας  αρχίσω  από  το  σημείο  που  άφησα  την  ιστορία  μου.
  Εκείνη την τελευταία νύχτα που πέρασα μαζί με τον αγαπημένο μου
  Μαρίνο. Ποτέ δε θα μπορούσα να σκεφτώ ότι θα μου το έκανε αυτό.
  Εννοώ ότι θα με νάρκωνε και το ίδιο βράδυ, απ’ ό,τι μου είπε κι ο
  καπετάνιος αργότερα, θα μ’ έβαζε στο πλοίο μαζί με τους άντρες του.
  Ξύπνησα, το επόμενο μεσημέρι, όταν με χτύπησε στα μάτια ο ήλιος
  στην καμπίνα του καπετάνιου.
    Στην αρχή έχασα τον κόσμο γύρω μου. Κούναγε το πλοίο κι εκεί
  ξέρασα  πρώτη  φορά.  Δεν  ξέρω  αν  ήταν  από  το  κούνημα  ή  από  το
  παιδί  που  τώρα  πια  ξέρω  ότι  έχω  μέσα  μου.  Εδώ  στο  Ναύπλιο  η
   203   204   205   206   207   208   209   210   211   212   213