Page 250 - Η τελευταία αυτοκράτειρα του Βυζαντίου
P. 250
Τις επόμενες μέρες συναντηθήκαμε μια-δυο φορές ακόμα.
Μάλιστα ο Μικέλε προσφέρθηκε να με φιλοξενήσει. Πήρα την άδεια
από τον Ιουστινιάνη κι έτσι εγκαταστάθηκα στο σπίτι του για μια
εβδομάδα. Εκεί είχαμε την ευκαιρία να συζητήσουμε πολλά και
διάφορα για τις υποθέσεις μας.
Τελικά ένα απόγευμα ολοκληρώσαμε όλες τις διαδικασίες και
υπέγραψα τα χαρτιά που όριζε ο νόμος και η τράπεζα που
εκπροσωπούσε ο Μικέλε. Μου έδωσε μερικά πουγκιά γεμάτα
νομίσματα, για τα πρώτα έξοδα, αλλά και αρκετές συναλλαγματικές
που θα τις εξαργύρωνα αργότερα στις γενοβέζικες τράπεζες στο Πέρα.
Επίσης πήρα και συστατικές επιστολές, τόσο από τον Ιουστινιάνη,
τον οποίο επισκέφτηκα ακόμα μερικές φορές, όσο και από τον
Μικέλε. Ο οποίος, να πω εδώ, προσπάθησε κάποια στιγμή, ο
κακομοίρης, να με πείσει να αναβάλω το ταξίδι μου στην Πόλη. Μου
εξήγησε ότι αυτή την εποχή τα πράγματα ήταν πολύ επικίνδυνα εκεί.
Οι πληροφορίες του έλεγαν πως η Πόλη ήταν ακόμη ένα μεγάλο
σκλαβοπάζαρο, κι ο ίδιος θεωρούσε ότι δε θα ήμουν ασφαλής
κυκλοφορώντας με τόσα λεφτά πάνω μου. Ύστερα απ’ όλα αυτά ήταν
δυνατόν να μην μπει αυτός ο άνθρωπος στην καρδιά μου; Τι άλλο θα
μπορούσε να κάνει για μένα;
Εγώ όμως είχα πάρει τις τελικές μου αποφάσεις. Μια κρύα μέρα
στις αρχές Δεκεμβρίου του 1453 μπήκα σε ένα καράβι που έφευγε
για την Πόλη. Ο Μικέλε Ντόρια με συνόδεψε μέχρι το λιμάνι κι εκεί
αγκαλιαστήκαμε και φιληθήκαμε. Ήταν ένας υπέροχος άνθρωπος, τον
οποίο ποτέ δεν ξέχασα στη ζωή μου μέχρι σήμερα. Άσε που, όταν
ηρέμησαν τα πράγματα, ερχόταν και με έβλεπε στη Βενετία, μια φορά
το χρόνο. Και τον φιλοξενούσα και στο σπίτι μου μέχρι που πέθανε
κι αυτός, αν θυμάμαι καλά, πριν από είκοσι χρόνια.
Καθώς τώρα ήμουν πάνω στην κουπαστή του πλοίου κι έβλεπα τη
Χίο να απομακρύνεται, συλλογιζόμουν ότι ποτέ δεν πρέπει να
υποτιμάς κανέναν άνθρωπο. Γιατί ποτέ δεν ξέρεις τι σου επιφυλάσσει
η ζωή. Μια γνωριμία που στην αρχή σου φαίνεται ασήμαντη, μπορεί
κάποια στιγμή να αποδειχτεί σημαντική. Να γίνει η σωτηρία σου.
Προς το παρόν, κι ενώ η Κωνσταντινούπολη ήταν ακόμη μακριά,
το μόνο που μπορούσα να κάνω ήταν να ιεραρχήσω τις δουλειές μου.