Page 321 - Η τελευταία αυτοκράτειρα του Βυζαντίου
P. 321
«Μα καλά, εσύ…»
«Εγώ… εγώ είμαι ένας».
«Ναι, αλλά υπήρξες γραμματέας του Βενετού Βάιλου στην Πόλη».
«Ε και; Κι αυτό ακόμα το αμφισβήτησαν».
«Είναι δυνατόν;»
«Άννα, μιλάμε για πολλά λεφτά, όχι για δυο και τρεις χιλιάδες
δουκάτα».
«Πόσα δηλαδή;» ρώτησα με ενδιαφέρον.
«Ίσως και διακόσιες χιλιάδες δουκάτα… μπορεί και περισσότερα!»
«Τόσο πολλά;» είπα με απορία.
«Ο πατέρας σου είχε επενδύσει χρήματα σε πολλές τράπεζες. Κι
ύστερα από εξήντα τόσα χρόνια…»
«Εξήντα; Μα ο πατέρας είχε συναλλαγές το πολύ καμιά εικοσαριά
χρόνια και…»
«Ναι, αλλά για θυμήσου και τον παππού σου, τον Νικόλαο!»
«Τον παππού μου;»
«Αυτός, Άννα, είχε επενδύσει επίσης αρκετά στις τράπεζες των
Βενετών, ήδη από πριν αλλάξει ο αιώνας».
«Λοιπόν;» ρώτησα με πιο πολύ ενδιαφέρον τώρα.
«Τα λεφτά, κυρά, έχουν αβγατίσει πολύ! Λεφτά, ομόλογα,
χρυσαφικά, και… και… τι να σου λέω τώρα!»
Μου έδειξε μάλιστα και τον αναλυτικό κατάλογο που του είχαν
δώσει οι τράπεζες. Ήταν, σας λέω, είκοσι και πλέον σελίδες, όπου
αναγράφονταν όλα με κάθε λεπτομέρεια.
«Σκέψου τώρα να τα δώσουν σ’ εσένα, Άννα, και μετά να
εμφανιστεί κάποιος και να πει “εγώ είμαι ο Λουκάς Νοταράς” ή ο
νόμιμος κληρονόμος του. Και νομίζω ότι έχεις και πολλούς θείους και
ξαδέρφια».
«Ωστόσο δεν τους έδειξες την επιστολή από την υπηρεσία σου;»
«Και βέβαια. Με παίδεψαν κάμποσες μέρες. Ευτυχώς όμως βρήκα
κάποιον με τον οποίο ήμασταν μαζί στην υπηρεσία του
συχωρεμένου του Βάιλου στην Πόλη. Αυτόν τον είχαν εξαγοράσει οι
δικοί του από πέρυσι. Και έτσι με πίστεψαν και μου έδωσαν το
πιστοποιητικό».
«Αυτό δεν επιβεβαιώνει την ταυτότητά σου;»