Page 364 - Η τελευταία αυτοκράτειρα του Βυζαντίου
P. 364
Έτσι, μια μέρα πήγαμε οικογενειακώς στο ναύσταθμο, στο
λεγόμενο Αρσενάλε, που βρίσκεται στην άλλη άκρη της Βενετίας, στα
ανατολικά της πόλης. Εκεί είναι και το οπλοστάσιο αλλά και οι
νεώσοικοι όπου κατασκευάζονται οι γαλέρες. Έχει ίσως και 15.000
εργαζόμενους. Μάλιστα το Αρσενάλε έχει στην ιδιοκτησία του δάση
έξω από τη Βενετία για να προμηθεύεται ξύλα για τα πλοία. Σε
έκταση καταλαμβάνει, καθώς λένε, το 15% της Βενετίας, ενώ
περιστοιχίζεται από χαμηλά τείχη που φρουρούνται συνεχώς.
Πουθενά αλλού στον κόσμο δε φτιάχνουν τόσο μαζικά πολεμικά
πλοία. Έχω ακούσει ότι χρειάζονται το πολύ μια μέρα για να
συναρμολογήσουν από το μηδέν μια πολεμική γαλέρα.
Λοιπόν στο Αρσενάλε ήμουν εγώ με την ακολουθία μου,
τουλάχιστον είκοσι άνθρωποι, για να αποχαιρετήσουμε τον άντρα
μου. Όταν έφτασε η στιγμή, με πήρε στην αγκαλιά του, αφού πρώτα
φίλησε το γιο μας –που ακόμη δεν καταλάβαινε τι γινόταν και
ασχολούνταν με τα πολεμικά που ήταν έτοιμα να σαλπάρουν–, και
τότε διέκρινα στα μάτια του μια βαρυθυμία.
«Θα γυρίσεις νικητής και τροπαιούχος!» του είπα για να του
δώσω θάρρος.
Μου χαμογέλασε συγκρατημένα.
«Μου υπόσχεσαι ότι δε θα κάνεις παλικαριές;»
«Αυτό είναι σίγουρο, Άννα μου», είπε.
«Σε είχα χάσει τότε… Κοίτα, δε θέλω να σε χάσω πάλι», του είπα.
Δεν μπορούσα όμως να συγκρατήσω τα δάκρυά μου. Και για να με
παρηγορήσει, μου είπε:
«Μην κάνεις έτσι, αγάπη μου. Θα πάμε, θα αφήσουμε τα
πράγματα στον κόσμο που πεινάει και… θα φύγουμε».
«Και γιατί δεν έχετε μαζί σας και εμπορικά;»
«Θα μας καθυστερούσαν. Εξάλλου θα πάρουμε άλλα από το
Ναύπλιο».
«Και μετά;»
«Μετά… όπως σου είπα. Είναι άνοιξη. Υπολογίζω ότι μέχρι το
καλοκαίρι…»
«Το καλοκαίρι;» ρώτησα με κάποιο φόβο.
«Το αργότερο… θα είμαι και πάλι πίσω, στο σπιτάκι μας. Στην