Page 412 - Η τελευταία αυτοκράτειρα του Βυζαντίου
P. 412
ποτάμι στα σοκάκια. Μέχρι που τελικά έφτασε και στη θάλασσα και
κοκκίνισαν τα κύματα. Έτσι μας είπαν κάποιοι πρόσφυγες που
έφτασαν στη Βενετία αργότερα.
Εκείνη την καταραμένη μέρα πέθανε κι ο καλός μου φίλος Γαβριήλ
Πλουσιδιανός, ο επίσκοπος Μεθώνης. Δε θέλησε να εγκαταλείψει το
ποίμνιό του. Θεός σχωρέσ’ τον κι αυτόν. Στη δε Κορώνη, που δεν
απείχε παρά λίγες μόνον ώρες δρόμο, οι κάτοικοι κι ο Βενετός
διοικητής, όταν είδαν τα κεφάλια των Βενετών διοικητών της
Μεθώνης, παραδόθηκαν χωρίς καν να δώσουν μάχη, για να μην
πάθουν κι αυτοί τα ίδια.
Περιττό να πω τι έγινε στη Βενετία όταν έφτασαν τα τραγικά νέα.
Αυτές οι πόλεις, η Μεθώνη και η Κορώνη, ήταν τα πλουσιότερα
τελωνεία της Βενετίας. Εννοώ ότι όλα τα πλοία όφειλαν πρώτα να
περάσουν από αυτές για να πάρουν πιστοποιητικό νομιμότητας για
τα εμπορεύματά τους και να φορολογηθούν. Σε διαφορετική
περίπτωση όλα κατάσχονταν από το κράτος. Τώρα όλος αυτός ο
πλούτος έχει πια χαθεί. Και οι Βενετοί έκλαιγαν, σας λέω, με μαύρο
δάκρυ. Σε όλη την πόλη, μέχρι και την υπογραφή της συνθήκης
ειρήνης αργότερα, το 1503, είχαμε κρεμάσει μαύρες κορδέλες σε κάθε
κτίριο για τη συμφορά που μας είχε βρει.
Λοιπόν ο καημένος ο γιος μου χάθηκε για την τιμή της πατρίδας.
Και από τότε θρηνώ και οδύρομαι, γριά γυναίκα. Φταίω ίσως κι εγώ,
σε κάποιο ποσοστό, που τότε δεν κατάφερα να τον μεταπείσω. Ίσως
και γιατί δεν μπόρεσα να εξαγοράσω τους ανθρώπους που έπρεπε,
γιατί… γιατί… πολλά γιατί περνούν τώρα από το μυαλό μου.
Αλλά όπως έλεγε κι ο παππούς μου και προπάππος του, Νικόλαος
κι αυτός, «ό,τι έγινε έγινε και δεν μπορεί να αλλάξει».