Page 65 - Η τελευταία αυτοκράτειρα του Βυζαντίου
P. 65

τόσο γρήγορα;»
    «Γρήγορα;» ρώτησα έκπληκτη.
    «Ναι, δεν έχεις ούτε πέντε λεπτά εκεί μέσα», είπε και η Ελένη.
    «Μα τι λέτε; Εγώ νομίζω ότι πέρασε τουλάχιστον ένα τέταρτο…
  για να μην πω περισσότερο».
    Εκείνες με κοίταζαν και γέλαγαν.
    «Χαζή  είσαι;  Τι  σου  είπε  κι  έχεις  αυτά  τα  μούτρα;»  ρώτησε  η
  Θεοδώρα.
    «Τίποτα,  τίποτα»,  απάντησα  βιαστικά  ανασηκώνοντας  τους
  ώμους μου.
    «Δεσποινίδες  μου,  ας  πηγαίνουμε.  Η  μητέρα  σας  θα  ανησυχεί
  πλέον. Ο ήλιος έδυσε», είπε ο υπηρέτης και μας έδειξε το δρόμο.
    Λίγο  πριν  πάρουμε  την  επόμενη  στροφή,  γύρισα  το  κεφάλι  μου
  προς τα πίσω. Και τότε είδα τη γύφτισσα να έχει προβάλει το κεφάλι
  της στο άνοιγμα της σκηνής και να με κρυφοκοιτάζει.
    Χμ…  κάτι  συμβαίνει  μ’  αυτήν.  Τι  έπαθε  άραγε;  Και  γιατί  δεν
  έβγαλε  άχνα;  Λες  να  είδε  κάτι  και…  Α  μπα,  δεν  τα  πιστεύω  εγώ
  αυτά.  Είμαι  μορφωμένη,  όχι  καμιά  χωριάτα  που  πιστεύει  στις
  γύφτισσες. Και  το κόλπο  με  τα μάτια  της… Μάλλον  έχει εξασκηθεί
  ύστερα  από  τόσα  χρόνια  στη  δουλειά,  σκεφτόμουν  καθώς
  ανηφορίζαμε το δρόμο.
    Είναι  αλήθεια  ότι  δεν  έδωσα  περισσότερη  σημασία  στο  γεγονός.
  Εξάλλου ήμουν πολύ κουρασμένη από τις πεζοπορίες όλης της ημέρας
  και τα πάνω κάτω στο ναό. Έτσι, όταν φτάσαμε στο σπίτι, πήγαμε
  κατευθείαν να πλυθούμε, να φάμε και τέλος για ύπνο.
    Αλλά  το  θέμα  δεν  είχε  τελειώσει  εκεί,  όπως  νόμιζα.  Αντιθέτως,
  μόλις  είχε  αρχίσει  και,  καταπώς  αποδείχτηκε  στη  συνέχεια,  δεν
  έμελλε να ολοκληρωθεί πριν περάσουν πολλά, μα πάρα πολλά χρόνια
  στη ζωή μου! Διαβάστε τι εννοώ.
    Λίγες  μέρες  αργότερα,  κι  ενώ  είχε  τελειώσει  το  πανηγύρι,  είχα
  κατέβει  στον  κήπο  μας,  έχοντας  φέρει  και  τα  πράγματά  μου,  και
  ασχολιόμουν  με  τα  λουλούδια  αναμένοντας  το  δάσκαλο  της
  ξιφασκίας. Ξαφνικά, μέσα στην ησυχία, ακούω «ψιτ, ψιτ!». Σηκώνω
  το  κεφάλι  μου,  κοιτάζω  αριστερά,  κοιτάζω  δεξιά,  αλλά  δε  βλέπω
  κανέναν.  Μπα,  η  ιδέα  μου  θα  ήταν,  σκέφτηκα  και  συνέχισα  τη
   60   61   62   63   64   65   66   67   68   69   70